Выбрать главу

Γρήγορα έγινε πέντε προς έναν, μετά δύο προς έναν.

Ο Λούθιεν έμοιαζε να βρίσκεται παντού, έτρεχε στις επάλξεις, χτυπούσε αστραπιαία κι έτρεχε στην επόμενη συμπλοκή να κόψει στον δρόμο του ένα χοντρό σχοινί Κυκλωπιανών. Έχασε τον λογαριασμό για το πόσους είχε σκοτώσει — άλλωστε δεν μπορούσε να ξέρει από όλους όσους χτύπησε πόσοι τραυματίστηκαν απλώς και πόσοι πέθαναν. Αισθανόταν ότι οι επαναστάτες θα κρατήσουν, αλλά το τίμημα θα είναι πολύ βαρύ.

Ένας τρομερός βρόντος, ένα τράνταγμα σαν από σεισμό στο τείχος κοντά στους πυλώνες κόντεψε να τον πετάξει κάτω, ενώ επίσης μερικοί επαναστάτες και Κυκλωπιανοί που βρίσκονταν εκεί κοντά έχασαν την ισορροπία τους.

Ακολούθησε ένα δεύτερο τράνταγμα, μετά ένα τρίτο που συνοδευόταν από δυνατά σφυροκοπήματα.

«Η πύλη!» φώναξε κάποιος και ο Λούθιεν κατάλαβε. Κοιτάζοντας κάτω είδε μια μάζα μονόφθαλμων να ορμούν προς το άνοιγμα, καθώς και τον κορμό του δέντρου που τώρα ήταν πεταμένος, κάτω έχοντας εκπληρώσει την αποστολή του.

Ο Λούθιεν, αφού έτρεξε προς την εσωτερική πλευρά του τείχους, πήδησε κάτω, μέσα στη συμπλοκή που είχε ξεσπάσει. Ήταν σίγουρος ότι θα σκοτωνόταν, όμως δεν μπορούσε να σταματήσει. Οι Κυκλωπιανοί είχαν μπει στην πόλη περνώντας από τη σπασμένη πύλη. Εδώ θα κρατούσε ή θα έπεφτε το Κάερ Μακντόναλντ και εδώ έπρεπε να βρίσκεται ο Λούθιεν Μπέντγουιρ.

Γρήγορα έγινε ό,τι είχε γίνει και κατά την πρώτη μάχη στο εξωτερικό τείχος, όπου δεν υπήρχαν ξεκάθαρες γραμμές, μόνο μια μάζα από στρατιώτες που σκότωναν και σκοτώνονταν. Ο Λούθιεν σκόνταψε πάνω σε έναν ετοιμοθάνατο και αυτό του έσωσε τη ζωή, γιατί καθώς ήταν σκυμμένος, ένα κυκλωπιανό σπαθί που έσταζε ακόμη από το αίμα του επαναστάτη στον οποίο είχε σκοντάψει ο νέος, πέρασε σφυρίζοντας πάνω από το κεφάλι του. Κατάλαβε ότι αν σταματούσε, ο Κυκλωπιανός θα τον σκότωνε πριν προλάβει να γυρίσει και να αντιμετωπίσει την επίθεσή του, έτσι έριξε το βάρος του μπροστά εκτινασσόμενος σαν αστραπή μέσα σε μια άλλη συμπλοκή.

Βρέθηκε ανάμεσα σε τρεις Κυκλωπιανούς.

Πάνω στο τείχος η Σιόμπαν με τα ξωτικά της συνέχισαν να στέλνουν μια συνεχή βροχή από βέλη στη μάζα των μονόφθαλμων έξω από το Κάερ Μακντόναλντ, ενώ οι πιο μεγαλόσωμοι και δυνατοί από τους ανθρώπους πολεμούσαν με τους Κυκλωπιανούς που ανέβαιναν πεισματικά με σχοινιά και σκάλες.

«Στοχεύσετε τους αρχηγούς τους!» διέταξε η Σιόμπαν, κι αμέσως πολλοί από τους τοξότες άρχισαν ήδη να κάνουν ακριβώς αυτό. Έψαχναν μέσα στο πλήθος αναζητώντας τους μονόφθαλμους που έδιναν διαταγές, και όποιος εντόπιζε κάποιον, φώναζε στους κοντινούς τοξότες να συγκεντρώσουν εκεί την προσοχή τους.

Ένας-ένας οι υποδιοικητές του Μπέλσεν’ Κριγκ σωριάστηκαν στο χώμα.

Ο Λούθιεν έπεσε γονατιστός ενώ το σπαθί του διέγραφε ένα ημικύκλιο μπροστά του, αλλά μετά σηκώθηκε για να γονατίσει πάλι διαγώνια απωθώντας τους δύο Κυκλωπιανούς προς τα πίσω. Μετά πάτησε γερά με το ένα πόδι, σηκώθηκε, πέταξε ψηλά το ξίφος του τρίτου Κυκλωπιανού με ένα χτύπημα και με το επόμενο τον ξεκοίλιασε.

Όρμησε μπροστά ξεκαρφώνοντας τον Τυφλωτή καθώς περνούσε κι έκανε μεταβολή προς τα δεξιά, χρησιμοποιώντας τον μονόφθαλμο, που έπεφτε, σαν ασπίδα ενάντια στους άλλους δύο οι οποίοι τον είχαν ακολουθήσει. Στρεφόμενος, στάθηκε καλυμμένος από τον ετοιμοθάνατο Κυκλωπιανό χτυπώντας προς όλες τις κατευθύνσεις.

Ο ένας από τους Κυκλωπιανούς είχε μια τρίαινα, ο άλλος ένα σπαθί, μα ο Λούθιεν χτύπησε και τα δύο όπλα παραμερίζοντάς τα με τη μανιασμένη επίθεσή του. Ο Κυκλωπιανός με την τρίαινα τραβήχτηκε πίσω, κράτησε το όπλο του γερά με το ένα χέρι και το εκσφενδόνισε με στόχο το κεφάλι του Λούθιεν.

Εκείνος, γρήγορος σαν γάτα, έσκυψε αποκρούοντας ταυτόχρονα, με το σπαθί του να σηκώνεται ψηλά και να παραμερίζει την ιπτάμενη τρίαινα. Δεν την άφησε όμως να φύγει πίσω του, αλλά την άρπαξε με το ελεύθερο χέρι καθώς το σπαθί έκοβε την ορμή της, την αντέστρεψε ακουμπώντας το άκρο του κονταριού της στο δάπεδο μπροστά του και την έγειρε πλαγιαστά, μπροστά στον άλλο Κυκλωπιανό με το σπαθί, που ορμούσε εναντίον του.

Ο μονόφθαλμος προσπάθησε να σταματήσει, αλλά δεν τα κατάφερε εγκαίρως. Η τρίαινα τον κάρφωσε στον ώμο.

Ο Λούθιεν δεν ασχολήθηκε καν μαζί του. Άφησε την τρίαινα αμέσως αφού την έστησε κάτω και όρμησε προς τον τρίτο Κυκλωπιανό, εκείνον που του την είχε πετάξει. Αυτός οπισθοχώρησε προσπαθώντας να τραβήξει ένα κοντό σπαθί από τη ζώνη του. Κατάφερε να το βγάλει αλλά ήταν πολύ αργά, ο Λούθιεν το χτύπησε δυνατά στη λαβή και του το πέταξε από το χέρι.