Κι έτσι συνεχίστηκε το πράγμα για πολλά λεπτά. Οι Κυκλωπιανοί είχαν ρίξει από τα άλογά τους το ένα τρίτο των ιππέων, αλλά ήταν πολύ περισσότεροι οι νεκροί μονόφθαλμοι γύρω τους και πολλοί ακόμη αυτοί που προσπαθούσαν να το σκάσουν.
Ο Λούθιεν συνέχιζε την πίεση, ακολουθούσε τη μάζα των μονόφθαλμων χτυπώντας μανιασμένος. Κάθε τόσο φώναζε: «Εριαντόρ ελεύθερο!» αισθανόμενος κάποια ανακούφιση όταν του απαντούσε μια παρόμοια ιαχή, που τον διαβεβαίωνε ότι δεν χωρίστηκε από τους συντρόφους του.
Η μάχη δεν κράτησε πολύ — δεν ήταν σαν την επίθεση στα τείχη του Κάερ Μακντόναλντ, ούτε σαν τη συμπλοκή στο εσωτερικό της πύλης όταν οι Κυκλωπιανοί την είχαν παραβίασει. Οι μονόφθαλμοι, με τσακισμένο το ηθικό και βλέποντας μια εύκολη νίκη να μετατρέπεται σε τρομερή συντριβή, έσπαζαν όπου δέχονταν ισχυρή πίεση, σκόρπιζαν προσπαθώντας να ανασυνταχθούν ξανά σε κάποια στοιχειώδη αμυντική παράταξη. Κάθε φορά όμως οι Εριαντοριανοί τους χτυπούσαν μανιασμένα διαλύοντας τους σχηματισμούς τους.
Μέχρι να αντιληφθούν οι μονόφθαλμοι το μέγεθος της δύναμης που τους χτύπησε απροσδόκητα από τον νότο, αρκετές εκατοντάδες ήταν ήδη νεκροί, ενώ η παρουσία ενός μάγου στο στρατόπεδο του Πορτ Τσάρλι, ενός πολύ ισχυρού μάγου, ξύπνησε τον τρόμο στην καρδιά τους. Είχαν ζήσει κάτω από τον Γκρινσπάροου και ήξεραν τη δύναμη του μάγου-βασιλιά.
Την ήξεραν καλά.
Όπου εμφανιζόταν ο Μπέλσεν’ Κριγκ ή οι έφιπποι υποδιοικητές του υπήρχε μεγαλύτερη οργάνωση και αποφασιστικότητα, αλλά ήδη ο γιγαντόσωμος μονόφθαλμος στρατηγός καταλάβαινε την καταστροφή που αντιμετώπιζε ο στρατός του. Είχε την αμυδρή ελπίδα ότι οι τρεις χιλιάδες στρατιώτες στην άλλη όχθη του ποταμού, αντιλαμβανόμενοι τι συμβαίνει, θα έπεφταν στη μάχη, αλλά για να το κάνουν αυτό θα έπρεπε να παρακούσουν την εντολή του. Ο Μπέλσεν’ Κριγκ γνώριζε τους περιορισμούς της φυλής του. Οι Πραιτωριανοί ήταν πολύ καλοί στρατιώτες, πειθαρχημένοι και γενναίοι (για Κυκλωπιανούς), αλλά δεν αυτοσχεδίαζαν. Δέχονταν έναν και μοναδικό αρχηγό, σε αυτή την περίπτωση τον Μπέλσεν’ Κριγκ, και υπάκουαν τυφλά τις διαταγές του. Τους είχε διατάξει να οχυρωθούν, να κρατήσουν τις θέσεις τους, και αυτό θα έκαναν παρακολουθώντας ηλίθια ενώ η κύρια δύναμη του στρατού θα αποδεκατιζόταν στο πεδίο της μάχης.
Ο Κυκλωπιανός στρατηγός είδε τον Λούθιεν και το ιππικό του Κάερ Μακντόναλντ να διαλύουν την παράταξή του, νότια από το σημείο όπου βρισκόταν. Όταν αναγνώρισε τον νεαρό Μπέντγουιρ, τον άνθρωπο με τον πορφυρό μανδύα που είχε ξαναδεί στο ποτάμι, κατάλαβε ποιος είχε οργανώσει αυτή την ενέδρα. Όπως ο Λούθιεν είχε αντιληφθεί ότι ο Μπέλσεν’ Κριγκ είναι ο στρατηγός των Κυκλωπιανών, έτσι κι αυτός τώρα αναγνώρισε την ηγετική θέση του Λούθιεν.
Όμως, η οργή που κυρίεψε τον Κυκλωπιανό ήταν πολύ μεγάλη για να αναγνωρίσει ιπποτικά την ικανότητα του αντιπάλου του. Ήθελε να ορμήσει στον Λούθιεν με τον αλογόχοιρό του και να τον κάνει κομμάτια! Αλλά δεν ήταν τόσο ανόητος ώστε να κάνει ένα τέτοιο λάθος. Ο σχηματισμός του, το κλασικό τετράγωνο που είχε ο στρατός του στην αρχή της επίθεσης, δεν υπήρχε πια, ούτε μπορούσε να αναδιοργανώσει κάποιο σημαντικό τμήμα της τρομοκρατημένης και εξαντλημένης δύναμής του. Ήταν αδύνατο κάτω από αυτές τις συνθήκες, με τον εχθρό να τους πιέζει από δύο πλευρές και έναν μάγο να εξαπολύει κεραυνούς από τον ουρανό.
Σκέφτηκε να συγκεντρώσει όσους άνδρες μπορούσε και να ορμήσει ανατολικά στο ποτάμι για να ενωθεί με τον υπόλοιπο στρατό του στην απέναντι όχθη, αλλά οι ανιχνευτές που έστειλε γύρισαν πίσω με αποθαρρυντικά νέα. Η κύρια δύναμη του Κάερ Μακντόναλντ είχε ενωθεί ήδη με το στράτευμα από το Πορτ Τσάρλι.
Ο Μπέλσεν’ Κριγκ κοίταξε πάλι νότια και είδε τον Λούθιεν για μια στιγμή μόνο, με τον πορφυρό μανδύα να ανεμίζει και το ξίφος του σηκωμένο ψηλά. Αυτός πάλι! σκέφτηκε ο Κυκλωπιανός. Αυτός ο άθλιος άνθρωπος τα έκανε όλα αυτά.
Ο Μπέλσεν’ Κριγκ γύρισε κι έδωσε μια μονολεκτική διαταγή, μια διαταγή που η Πραιτωριανοί Φρουροί δεν είχαν συνηθίσει να εφαρμόζουν. «Τρέξτε!»
Σιγά-σιγά ο Λούθιεν βγήκε από την κύρια μάζα των πολεμιστών ή, μάλλον, η μάζα αραίωσε βαθμιαία γύρω του. Χρειαζόταν πιο πολύς κόπος για να βρει στόχους, γι’ αυτό, όταν εντόπιζε κάποιον Κυκλωπιανό, φτέρνιζε το άλογό του αναγκάζοντάς το σε σύντομο καλπασμό και τον σκότωνε.
Τώρα ορμούσε πάλι πίσω από έναν εχθρό που είχε τραπεί σε φυγή, όταν ο Κυκλωπιανός παραπάτησε βογγώντας και φάνηκε να πιάνει τα αχαμνά του. Αμέσως μετά ο Λούθιεν είδε να ξεπροβάλλει πίσω του ένας γνωστός του εντυπωσιακός χάφλινγκ, με τον πλατύ γύρο του καπέλου του να κρέμεται χαμηλά από το βάρος του χιονιού.