Και ο Όλιβερ, η προσωποποίηση των πολλών ξένων κακοποιών του Εριαντόρ. Κάμποσοι από εκείνους, που δεν μπορούσαν να προσαρμοστούν στο Άβον ή στη Γασκόνη ή ακόμη και σε άλλες μακρινότερες χώρες, κατέφευγαν στο ορεινό Εριαντόρ. Η αξία του στο πεδίο της μάχης ήταν αναμφίβολη, όπως και η προσφορά του σαν έμπιστος σύντροφος του Λούθιεν. Αλλά η πραγματική αξία του Όλιβερ, και πολλών άλλων του είδους του που σίγουρα θα εμφανίζονταν καθώς θα εξαπλωνόταν η επανάσταση, ήταν κυρίως το γεγονός ότι γνώριζαν μακρινά μέρη και μακρινούς λαούς. Αν αυτή η επανάσταση, αυτός ο πόλεμος, έφτανε σε μια εξελικτική φάση που θα έκανε τη Γασκόνη να αποφασίσει να αναμειχθεί, οι γνώσεις του Όλιβερ θα αποδεικνύονταν πολύτιμες. Ο Όλιβερ, διπλωμάτης; Ο Μπριντ’Αμούρ σκεφτόταν αυτό το ενδεχόμενο για αρκετή ώρα.
Και τέλος ο Λούθιεν, που κοιμόταν ακόμη με την πλάτη ακουμπισμένη στο πέτρινο τζάκι. Ο Λούθιεν ήταν ένας συνδυασμός όλων των άλλων, συνειδητοποίησε ο Μπριντ’Αμούρ. Περήφανος σαν νησιώτης, οργισμένος σαν κάτοικος του Κάερ Μακντόναλντ, αγνός και ανιδιοτελής στρατιώτης, το σύμβολο που χρειαζόταν απελπισμένα το Εριαντόρ. Μετά τα κατορθώματά του στη μάχη, ο Λούθιεν είχε γίνει αναμφίβολα ο ακρογωνιαίος λίθος πάνω στον οποίο θα στηριζόταν είτε η επιτυχία είτε η αποτυχία του Εριαντόρ. Ήδη η ιστορία για το “Ρίσκο του Λούθιεν” είχε διαδοθεί πέρα από τα τείχη της πόλης, για να αναμειχθεί με τις ιστορίες της Πορφυρής Σκιάς, του μυστηριώδη επαναστάτη που στράφηκε ενάντια σε ό,τι αντιπροσωπεύει ο μοχθηρός Γκρινσπάροου. Ποιος θα το φανταζόταν ότι ο νεαρός από το Μπέντγουιντριν θα μπορούσε να γίνει τόσο διάσημος τόσο γρήγορα;
«Εγώ!» είπε ο Μπριντ’Αμούρ απαντώντας άθελά του μεγαλόφωνα στο ίδιο του το ερώτημα. Ο μάγος ξερόβηξε αμήχανα κάμποσες φορές και κοίταξε γύρω του.
«Τι πράγμα;» ρώτησε ο Λούθιεν ξυπνώντας και ανακλαδιζόμενος.
«Τίποτα, τίποτα», είπε με απολογητικό ύφος ο μάγος. «Απλώς σκεφτόμουν φωναχτά».
Οι άλλοι δεν έδωσαν σημασία εκτός από τον διορατικό Όλιβερ, που συνέχισε να κοιτάζει τον μάγο σαν να διάβαζε κάθε του σκέψη.
«Ξέρετε», είπε μετά από λίγο ο χάφλινγκ τραβώντας την προσοχή όλων, «κάποτε ήμουν στο Άνγκαροθ». Βλέποντας ότι η δήλωσή του δεν εντυπωσίασε κανέναν, ο Όλιβερ έσπευσε να εξηγήσει. «Μια ζεστή χώρα νότια της Γασκόνης».
«Στον πόλεμο του Άνγκαρ;» ρώτησε ο Μπριντ’Αμούρ, πιο ενημερωμένος από τους άλλους παρ’ όλο που είχε περάσει τους τελευταίους αιώνες κοιμισμένος στη σπηλιά του.
«Άνγκαρ;» είπε ο Λούθιεν.
«Ακριβώς», απάντησε ο Όλιβερ. «Πολέμησα με τον ίδιο τον Ντιμπουά, στο Τέταρτο Σύνταγμα της Καμπαλέζ.
Ο Μπριντ’Αμούρ ύψωσε το ένα φρύδι κάνοντας ένα καταφατικό νεύμα. Φαινόταν εντυπωσιασμένος, παρ’ ότι αυτό το όνομα δεν έλεγε τίποτα στους υπόλοιπους. Ο Όλιβερ φούσκωσε από περηφάνια κοιτάζοντας γύρω του, αλλά ξεφούσκωσε πάλι όταν είδε την άγνοια του ακροατηρίου του.
»Το Τέταρτο της Καμπαλέζ», επανέλαβε με σπουδαιοφανές ύφος. «Ήμασταν βαθιά μέσα στην Άνγκαροθ, πίσω από τους Κόκκινους Λογχοφόρους, τον μεγαλύτερο και τρομερότερο στρατό αυτής της χώρας.
Ο Μπριντ’Αμούρ, καθώς είδε τους άλλους να τον κοιτάζουν με περιέργεια, έκανε ένα δεύτερο καταφατικό νεύμα δίνοντας βάρος στην αφήγηση του Όλιβερ, μολονότι κι ο ίδιος αμφέβαλλε πολύ αν ο Όλιβερ είχε βρεθεί ποτέ του έστω και κοντά στην Ανγκαρόθ. Ελάχιστοι από τους Γασκόνους που πήγαν σε αυτή την άγρια χώρα κατάφεραν να γυρίσουν πίσω. Αλλά ο Μπριντ’Αμούρ ήξερε την περίπτωση του Ντιμπουά και του Τέταρτου Συντάγματος, ήταν μία από τις πιο περίφημες νίκες στην ιστορία των πολέμων.
»Ήταν αδύνατο να νικήσουμε», συνέχισε ο Όλιβερ. «Ήμασταν διακόσιοι ενάντια σε κάμποσες χιλιάδες, και κανείς μας δεν πίστευε ότι θα βγούμε από ’κεί ζωντανοί».
«Και τι κάνατε;» ρώτησε ο Λούθιεν μετά από μια βαριά και δραματική παύση, δίνοντας στον Όλιβερ την παρακίνηση που χρειαζόταν.
Ο Όλιβερ χτύπησε τα δάχτυλά του στον αέρα ενώ κορδωνόταν περήφανα. «Επιτεθήκαμε, φυσικά!»
«Αλήθεια λέει», είπε ο Μπριντ’Αμούρ, προλαβαίνοντας την έκφραση αμφιβολίας που είχε αρχίσει να απλώνεται στα πρόσωπα των άλλων. «Ο Ντιμπουά άπλωσε τους άνδρες του στη βλάστηση γύρω από το στρατόπεδο του εχθρού, κάθε άνδρας με ένα τύμπανο. Είχαν ξύλα που τα χτυπούσαν πάνω στα δέντρα και μιμούνταν τις κραυγές ελεφάντων κι άλλων πολεμικών θηρίων, για να κάνουν τον εχθρό να πιστέψει ότι είναι πολύ περισσότεροι, ένας ολόκληρος στρατός».