Выбрать главу

«Με έχουν αποκαλέσει και χειρότερα».

Ο Λούθιεν δεν επέμεινε, ούτε ο Όλιβερ. Η συζήτηση τελείωσε, αλλά οι σκέψεις του Λούθιεν όχι. Ο νέος ένιωθε πραγματικά διχασμένος, γεμάτος πάθος και τύψεις μαζί, καθώς αγαπούσε και την Κατρίν και την Σιόμπαν, αν και με διαφορετικό τρόπο την καθεμία. Δεν μετάνιωνε για τον δεσμό του με την Σιόμπαν —πώς θα μπορούσε ποτέ να δει με θλίψη αυτές τις όμορφες στιγμές;— από την άλλη μεριά όμως δεν ήθελε να πληγώσει την Κατρίν, ποτέ και με κανέναν τρόπο. Όταν δημιουργήθηκε αυτός ο δεσμός, ο Λούθιεν είχε παρασυρθεί από τη στιγμή, την έξαψη του ταξιδιού, την πόλη και την επανάσταση. Το Μπέντγουιντριν και η Κατρίν έμοιαζαν να βρίσκονται ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα και ένα εκατομμύριο χρόνια μακριά.

Μετά όμως η Κατρίν γύρισε κοντά του, μια υπέροχη φίλη από μια άλλη εποχή, η πρώτη του αγάπη και, όπως είχε αντιληφθεί στο μεταξύ, η μοναδική.

Πώς θα μπορούσε να το πει αυτό στην Κατρίν, τώρα, μετά από όσα είχε κάνει; Θα δεχόταν εκείνη να τον ακούσει; Αν είχε συμβεί το αντίστροφο, θα δεχόταν ο ίδιος να ακούσει την Κατρίν;

Δεν είχε απαντήσεις για αυτές τις ενοχλητικές ερωτήσεις. Έτσι συνέχισε με γοργό ρυθμό τον δρόμο του προς τις βόρειες υπόρειες του Άιρον Κρος, προσπαθώντας να αφήσει το Κάερ Μακντόναλντ πίσω του.

Το χιόνι, που είχε δυσκολέψει τόσο πολύ τους Κυκλωπιανούς και είχε σκοτώσει τόσους πολλούς ενώ προσπαθούσαν να ξεφύγουν, έγινε μια μακρινή ανάμνηση, κάποια λευκά ίχνη που χάνονταν καθώς κυρίευε τα πάντα η άνοιξη. Είχαν περάσει μόνο δύο βδομάδες από τη μάχη και το χιόνι υποχωρούσε γοργά, με μοναδική εξαίρεση τα βουνά, όπου ο χειμώνας συνεχιζόταν πεισματικά. Τα δέντρα ήταν γεμάτα μπουμπούκια, ενώ οι κοφτές γκρίζες γραμμές τους άρχιζαν να παίρνουν τα χρώματα και τα σχήματα της άνοιξης.

Ήταν η πέμπτη μέρα μετά την αναχώρηση του Λούθιεν και του Όλιβερ από το Κάερ Μακντόναλντ. Σε αυτό το διάστημα είχαν φτάσει στην πόλη αρκετές εκατοντάδες στρατιώτες από τα δυτικά, κυρίως πολεμιστές του Πορτ Τσάρλι, έτσι ο Μπριντ’Αμούρ άρχισε την πορεία του. Προχωρούσαν σε μακριά φάλαγγα, πολλοί έφιπποι αλλά οι περισσότεροι πεζοί, και στην αρχή της φάλαγγας κυμάτιζαν οι παλιές σημαίες του Εριαντόρ με τον σταυρό πάνω σε πράσινο φόντο.

Ταυτόχρονα, ο Σάγκλιν και οι νάνοι που είχαν απομείνει, κάπου διακόσια άτομα, έφυγαν από τη νότια πύλη του Κάερ Μακντόναλντ για τα βουνά φορτωμένοι με βαριά σακίδια.

«Ο Λούθιεν πέρασε από το Μπρόνεγκαν», είπε ο Μπριντ’Αμούρ στην Κατρίν, που προχωρούσε δίπλα του.

Εκείνη έκανε ένα καταφατικό νεύμα, σίγουρη ότι αυτό όταν γεγονός κι όχι εικασία, χωρίς καμία έκπληξη για το πώς ήξερε ο μάγος τέτοιες λεπτομέρειες.

«Πόσους στρατιώτες μάζεψε;» τον ρώτησε.

«Του υποσχέθηκαν εκατό άτομα», απάντησε ο μάγος. «Αλλά θα έλθουν μαζί του μόνο αν, επιστρέφοντας στην πόλη, έχει μαζί του πολλούς ακόμη εθελοντές».

Η Κατρίν έκλεισε τα μάτια της. Ήξερε τι συμβαίνει, και αυτή ακριβώς ήταν η πιο απρόβλεπτη και, πιθανόν, επικίνδυνη πλευρά της επανάστασης. Είχαν νικήσει στο Κάερ Μακντόναλντ, είχαν υψώσει τις παλιές σημαίες του Εριαντόρ πράγμα που θα έδινε στον λαό κάποια ελπίδα, αλλά οι αγρότες και οι απλοί άνθρωποι που ζούσαν μια ήσυχη ζωή δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με τον Γκρινσπάροου, ούτε τους ενδιέφερε η πολιτική. Έτσι θα δέχονταν να πολεμήσουν μόνο αν πίστευαν πραγματικά όχι μόνο στην επανάσταση αλλά κυρίως σε μια πολύ βάσιμη προοπτική νίκης.

»Φυσικά θέλουν να δουν ότι υπάρχουν κι άλλοι», είπε ο Μπριντ’Αμούρ, λες και το νέο δεν θα έπρεπε ούτε να την εκπλήξει ούτε να τη στενοχωρήσει. «Το περιμέναμε αυτό από την αρχή», συνέχισε ο γέρο-μάγος γελώντας. «Μισώ τον Γκρινσπάροου περισσότερο κάθε τί και είμαι πολύ ισχυρότερος από τους πιο πολλούς μάγους, αλλά ακόμη κι εγώ δεν θα προσχωρούσα σε έναν στρατό με δύο μόνο στρατιώτες!»

Η Κατρίν κατάφερε να χαμογελάσει αδύναμα, αλλά εδώ παρέμενε ένα λογικό πρόβλημα που δεν μπορούσε να το απορρίψει εύκολα. Δεν υπήρχε ούτε μία πόλη βόρεια του Κάερ Μακντόναλντ, ούτε μία πόλη σε όλο το Εριαντόρ με μοναδική εξαίρεση ίσως το Πορτ Τσάρλι, που θα μπορούσε να συγκεντρώσει μια σημαντική δύναμη από μόνη της. Οι πόλεις ήταν ανεξάρτητες. Δεν είχαν έναν μοναδικό ηγέτη, η καθεμία αποτελούσε μεμονωμένο μικρό κράτος, δεν είχαν ενωθεί ποτέ, ακόμη και στις λεγόμενες “ένδοξες” μέρες του Μπρους Μακντόναλντ. Οι κάτοικοι του Εριαντόρ ήταν ανεξάρτητοι άνθρωποι. Αυτό ακριβώς είχε εκμεταλλευτεί ο Γκρινσπάροου στην πρώτη του κατάκτηση και, κατά πάσα πιθανότητα, αυτό θα εκμεταλλευόταν πάλι. Η Κατρίν τίναξε τα κόκκινα μαλλιά της, κοιτάζοντας τον στρατό που προχωρούσε με αρκετή τάξη πίσω της. Ήταν ισχυρή δύναμη, ικανή μάλλον για να καταλάβει το Τείχος του Μαλπουισάν. Αλλά αν ο Γκρινσπάροου τους χτυπούσε πάλι, ακόμη κι όταν θα ήταν προστατευμένοι πίσω από το τείχος, ακόμη κι έχοντας το φράγμα των βουνών ανάμεσά τους, ακόμη και με τον νεοαποκτημένο στόλο τους να παρεμποδίζει τις προσπάθειες του βασιλιά, τότε πια θα χρειάζονταν πολύ περισσότερους στρατιώτες.