Ο Μπριντ’Αμούρ, αφήνοντας τον Μίστιγκαλ που έπεσε ανάσκελα στην πέτρα, συγκέντρωσε όλη τη δύναμή του στον ισχυρότερο Θέρεντον. Έμειναν σε αυτήν τη στάση για λίγο, μετά όμως ο πυρήνας της δύναμης του δούκα έσπασε κι αυτός. Ο Μπριντ’Αμούρ τον άφησε και ο Θέρεντον τον κοίταξε για λίγο άναυδος. Μετά, έχοντας χάσει πια όλη του τη δύναμη, σωματική και μαγική, σωριάστηκε κάτω μπρούμυτα.
Η πέτρα κάτω από τα πόδια του Μπριντ’Αμούρ ησύχασε ξαφνικά, καθώς ο δικέφαλος δαίμονας ακολούθησε τον σύντροφό του στην Κόλαση. Η σύνδεσή τους με τον κόσμο είχε κοπεί ολοκληρωτικά.
Ο Μπριντ’Αμούρ γύρισε προς τον Άσανον και την Ντιάνα. Δεν ήταν ακόμη σίγουρος για τους σκοπούς τους. Προσπάθησε να δείχνει απειλητικός αλλά ήξερε ότι, αν δεχόταν επίθεση από τον ένα ή και από τους δύο, δεν θα είχε πια τις δυνάμεις να την αντιμετωπίσει.
Ο δούκας και η δούκισσα κοιτάχτηκαν και μετά άρχισαν να πλησιάζουν αργά. Η Ντιάνα σήκωσε τα χέρια της με τις παλάμες ανοιχτές, σαν να ήθελε να του δείξει ότι δεν έχουν εχθρικές διαθέσεις.
Στο έδαφος, ο Μίστιγκαλ βόγγηξε. Ο Θέρεντον ήταν τελείως ακίνητος.
«Δεν θα ξυπνήσει», είπε ο Μπριντ’Αμούρ. «Κατέστρεψα τον πυρήνα της δύναμής του, δεν έχει πια ούτε τις ασήμαντες μαγικές δυνάμεις που είχε ως τώρα!» Προσπάθησε να κάνει τον τόνο του απειλητικό, αλλά η Ντιάνα απλώς έκανε ένα καταφατικό νεύμα σαν να περίμενε όλ’ αυτά από την αρχή.
«Δεν είμαστε εχθροί σου», είπε διαβάζοντας την δυσπιστία του Μπριντ’Αμούρ. «Ο κοινός εχθρός μας είναι ο Γκρινσπάροου, που φαίνεται ότι σήμερα έχασε άλλους δύο μάγους-δούκες».
Με ένα ξαφνικό σφύριγμα κι έναν κρότο, ο γαλάζιος θόλος εξαφανίστηκε.
«Καλό ξόρκι», είπε ο Μπριντ’Αμούρ με συγχαρητήριο τόνο.
«Έκανα χρόνια να το τελειοποιήσω», απάντησε η Ντιάνα. «Για να το χρησιμοποιήσω τη μέρα που ήξερα ότι θα ’ρθεί».
Ο Μπριντ’Αμούρ την κοίταξε με περιέργεια. «Όμως, έκανες αυτό το ισχυρό ξόρκι χωρίς βοήθεια από τον δαίμονά σου», είπε καχύποπτα.
«Δεν έχω δαίμονα», απάντησε ήρεμα η Ντιάνα.
«Ούτε κι εγώ», πρόσθεσε ο Άσανον.
Ο Μπριντ’Αμούρ κοίταξε με δυσπιστία τον δούκα του Έρνφαστ, νιώθοντας ότι δεν ήταν τόσο σίγουρος όσο η Ντιάνα για την πορεία που είχαν ακολουθήσει οι δυο τους.
«Προτιμώ την παλιά τέχνη», είπε η Ντιάνα. «Την τέχνη της αδελφότητας».
Ο Μπριντ’Αμούρ διαπίστωσε ότι ενστικτωδώς την πίστευε. Από την άλλη μεριά, ακόμη και αν δεν την πίστευε, δεν θα μπορούσε να κάνει πολλά πράγματα. Ήταν πολύ κουρασμένος είτε για να επιτεθεί στους δύο μάγους είτε για να φύγει πετώντας από το πλάτωμα. Η Ντιάνα φαινόταν επίσης εξαντλημένη. Πλησίασε αργά και έσκυψε για να κοιτάξει τους δύο νικημένους πρώην συντρόφους της.
«Ο Θέρεντον είναι νεκρός», είπε ανέκφραστα κοιτάζοντας τον Άσανον. «Ο Μίστιγκαλ ζει ακόμη».
Ο Άσανον έκανε ένα καταφατικό νεύμα. Μετά, αφού πήγε στην άκρη του πλατώματος, πήδησε στο κενό. Ο Μπριντ’Αμούρ άκουσε ένα φτερούγισμα καθώς ο δούκας μεταμορφώθηκε σε κάποιο μεγάλο νυχτοπούλι και χάθηκε.
Γύρισε στην Ντιάνα. «Ομιλητικός τύπος…» είπε.
«Ο δούκας Μακλένι θυσίασε πολλά για αυτήν τη βραδιά» του απάντησε εκείνη. «Πάρα πολλά ίσως, γι’ αυτό πρέπει να αρκεστείς στο γεγονός ότι δεν ενώθηκε με τον Θέρεντον και τον Μίστιγκαλ εναντίον σου».
«Αλλά ούτε και με βοήθησε», επεσήμανε ο Μπριντ’Αμούρ.
Η Ντιάνα δεν απάντησε. Πήγε στο κέντρο του πλατώματος και έριξε ένα υγρό στην μισοσβησμένη φωτιά. Αμέσως υψώθηκαν δυνατές φλόγες που την έλουσαν με μια πορτοκαλιά λάμψη.
«Φέρε τον Μίστιγκαλ κοντά στη φωτιά», είπε στον Μπριντ’Αμούρ. «Δεν του αξίζει να πεθάνει από το κρύο σε ένα τέτοιο μακρινό και ανώνυμο μέρος».
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που είπε εκείνο το βράδυ. Απόμεινε να κοιτάζει τη φωτιά για πολλή ώρα, δείχνοντας να μην αντιλαμβάνεται καν τον Μπριντ’Αμούρ που, αφού ξάπλωσε τον Μίστιγκαλ δίπλα στη φωτιά, κάθισε απέναντι της.
Ούτε ο Μπριντ’Αμούρ μίλησε. Καταλάβαινε το δίλημμα της Ντιάνα, ήξερε ότι η δούκισσα μόλις είχε απαλλαχτεί από τις πεποιθήσεις που τη στήριζαν στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής της.
23
Γνώριζε τους εχθρούς σου
Ο Λούθιεν και ο Μπέλικ πήγαν στη σκηνή του Μπριντ’Αμούρ μαζί, λίγο πριν τα ξημερώματα. Ήταν και οι δύο γεμάτοι ενθουσιασμό, έτοιμοι για τη μάχη. Ένα φανάρι ήταν αναμμένο στο κοντάρι έξω από την είσοδο, μέσα όμως η σκηνή ήταν σκοτεινή. Παρ’ όλα αυτά μπήκαν με σκοπό να ξυπνήσουν τον Μπριντ’Αμούρ. Συνήθως οι επιθέσεις γίνονται τα χαράματα, ώστε να έχει ο στρατός όλη τη μέρα στη διάθεσή του για να πολεμήσει.