«Θα ήθελα να έρθεις μαζί μου», είπε η Ντιάνα.
Ο Μπριντ’Αμούρ την κοίταξε με γνήσια έκπληξη.
»Υπάρχουν πολλά που πρέπει να συζητήσουμε», συνέχισε η δούκισσα.
«Να κάνουμε σχέδια για την εποχή μετά τον Γκρινσπάροου;»
Η Ντιάνα γέλασε. «Έχουμε να κάνουμε πολλά πριν μπορέσουμε έστω και να ελπίζουμε για κάτι τέτοιο», απάντησε. «Προς το παρόν, υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να μάθεις και κάποιες αποδείξεις που πρέπει να σου δώσω για την ειλικρινή μου στάση σε αυτή την υπόθεση».
Ο Μπριντ’Αμούρ δεν διαφώνησε. Μπορεί βέβαια όλα αυτά να μην ήταν παρά ένα πολύπλοκο τέχνασμα για να εμπιστευτεί μερικούς συνωμότες κατά του Γκρινσπάροου, που όμως επεδίωκαν επίσης την πτώση του Εριαντόρ. Κοίταξε τα πανύψηλα βουνά γύρω τους αναρωτούμενος τι είχαν κάνει ο Λούθιεν και ο Μπέλικ, αν είχε πέσει το Πάιπερι.
Μετά σηκώθηκε, τεντώθηκε και, δουλεύοντας μαζί με την Ντιάνα, άνοιξαν ένα μαγικό τούνελ για τον νότο.
Λίγο αργότερα, ο Μίστιγκαλ ήταν ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι στα ιδιωτικά διαμερίσματα της Ντιάνα, ενώ η δούκισσα πήγαινε τον Μπριντ’Αμούρ για να δει τη ζωντανή απόδειξη που θα τον έπειθε ότι έχει στραφεί κατά του Γκρινσπάροου.
Η Σέλνα ξαφνιάστηκε όταν είδε την κυρία της και τον άνδρα με τη φουντωτή λευκή γενειάδα, και έμεινε με ανοιχτό το στόμα όταν η Ντιάνα της σύστησε τον άγνωστο λέγοντας ότι είναι ο βασιλιάς του Εριαντόρ.
«Ο Γκρινσπάροου είναι ο σωτήρας του Άβον», εξήγησε η Ντιάνα στον Μπριντ’Αμούρ. «Έτσι μου έλεγαν κάθε ώρα και στιγμή για πάνω από είκοσι χρόνια».
«Αρχόντισσά μου, μην το κάνεις αυτό», την παρακάλεσε η Σέλνα, αλλά όταν κοίταξε στα μάτια της Ντιάνα δεν είδε καμιά συμπόνια εκεί.
«Πες στον βασιλιά Μπριντ’Αμούρ την αλήθεια, καλή μου Σέλνα», είπε η Ντιάνα με απειλητικό τόνο. «Αλλιώς θα σε κάνω να τα παραδεχτείς όλα με τον τρόπο που χρησιμοποίησα και πριν».
Ο Μπριντ’Αμούρ, βλέποντας την υπηρέτρια να χλομιάζει, έβαλε το χέρι στον ώμο της Ντιάνα. «Πριγκήπισσα Γουέλγουορθ, τι ακριβώς έκανες σε αυτήν τη γυναίκα;» ρώτησε.
«Όταν εξόρισα τον Τακναποτίν, τον δαίμονά μου, ήξερα ότι είχα διώξει από την αυλή μου έναν από τους πληροφοριοδότες του Γκρινσπάροου», απάντησε η Ντιάνα. «Αλλά μόνο έναν. Έτσι επισκέφθηκα και την καλή μου Σέλνα από ’δώ».
«Δεν είναι ευχάριστο να χρησιμοποιείς με τέτοιον τρόπο την μαγεία», είπε ο Μπριντ’Αμούρ ενθυμούμενος τη δική του μαγική σύγκρουση με τον δούκα Ρέσμορ.
«Καθόλου ευχάριστο», συμφώνησε η Ντιάνα. Μετά κοίταξε την Σέλνα στα μάτια. «Αλλά θα το ξανακάνω, όσες φορές χρειαστεί».
Η Σέλνα είχε αρχίσει να τρέμει. «Ήταν ο Γκρινσπάροου», είπε ξαφνικά. «Αυτός τους σκότωσε! Τους σκότωσε όλους! Εκείνη τη νύχτα!.. Ω, αρχόντισσά μου, γιατί με αναγκάζεις να θυμάμαι εκείνη τη φριχτή νύχτα;»
«Ο Γκρινσπάροου δολοφόνησε όλη την οικογένειά μου», είπε η Ντιάνα με φωνή άδεια από κάθε συναίσθημα.
«Όλη εκτός από σένα», είπε ο Μπριντ’Αμούρ.
«Με κράτησε ζωντανή επειδή φοβόταν μήπως δεν γίνει αποδεκτός σαν βασιλιάς», απάντησε η Ντιάνα. Κοίταξε την Σέλνα κάνοντάς της νόημα να εξηγήσει.
«Η πριγκήπισσα ήταν μικρό παιδί τότε, αλλά ο Γκρινσπάροου είχε σκοπό να την ανεβάσει στον θρόνο αν χρειαζόταν», παραδέχτηκε η υπηρέτρια, σκύβοντας το κεφάλι γιατί δεν μπορούσε να κοιτάξει την Ντιάνα στα μάτια. «Αυτός θα έλεγχε κάθε της πράξη βέβαια και, όταν ενηλικιωνόταν, θα την παντρευόταν».
Ο Μπριντ’Αμούρ ξαφνιάστηκε βλέποντας ότι το σχέδιο για την κατάσταση του Άβον ήταν τόσο δόλιο αλλά και τόσο αποτελεσματικό. Σκέφτηκε πάλι την παλιά εποχή, την απόφαση της αδελφότητας να αποσυρθεί.
«Φυσικά δεν χρειάστηκε να το κάνει αυτό», πρόσθεσε η Ντιάνα, «γιατί ο λαός του Άβον τον υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες. Τον παρακαλούσαν να σώσει το βασίλειο».
«Τότε γιατί άφησε την Ντιάνα να ζήσει;» ρώτησε ο Μπριντ’Αμούρ απευθύνοντας την ερώτηση στην Σέλνα. Έβλεπε να υπάρχει και κάτι άλλο εδώ ανάμεσα στην υπηρέτρια και την Ντιάνα, κάτι που μπορεί να είχε παραβλέψει η δούκισσα μέσα στον θυμό της, όταν έμαθε την αλήθεια.
«Επενέβη ο Άσανον Μακλένι του Έρνφαστ», απάντησε αυστηρά η Ντιάνα. «Ενδιαφέρθηκε προσωπικά για μένα, έφτασε στο σημείο να μπει εκούσια στην αυλή του Γκρινσπάροου σαν δούκας, αποδεχόμενος έναν δαίμονα όπως όλοι οι μάγοι-δούκες του Γκρινσπάροου — εκτός από τον Κρίσις, βέβαια, τον Κυκλωπιανό δούκα του Καρλάιλ, που είναι πολύ ηλίθιος για να μάθει την τέχνη της μαγείας. Ο Άσανον ήταν ήδη μάγος πριν συνδεθεί με τον δαίμονα, και φίλος του πατέρα μου. Μολονότι έφριττε με τη σκέψη να συναλλαχθεί με τον Γκρινσπάροου, είχε μάθει ότι το Μπαράντουιν θα ήταν ο επόμενος στόχος του Γκρινσπάροου, όμως δεν διέθετε τις απαραίτητες δυνάμεις για να αντισταθεί».