«Θα μπορούσα ίσως να βρω τον Ρέσμορ και να τον ελευθερώσω», συνέχισε η Ντιάνα, προσπαθώντας να απασχολεί τον Γκρινσπάροου με νέες πληροφορίες, ώστε να μην αρχίσει να της κάνει δύσκολες ερωτήσεις.
Δεν τα κατάφερε όμως. «Πού είναι ο Άσανον Μακλένι;» είπε κοφτά ο Γκρινσπάροου.
«Γύρισε στο Μπαράντουιν για να οργανώσει την επίθεση κατά του εριαντοριανού στόλου», απάντησε η Ντιάνα χωρίς δισταγμό.
Τα μάτια του Γκρινσπάροου άστραψαν, σημάδι ότι είχε σκοπό να ελέγξει την ακρίβεια αυτής της πληροφορίας.
»Οι νάνοι και οι άνθρωποι από το Εριαντόρ πέρασαν από τα βόρεια χωριά», συνέχισε η Ντιάνα, μια πληροφορία που σίγουρα γνώριζε ήδη ο Γκρινσπάροου. «Πιστεύω ότι κατευθύνονται προς το Γουόρτσεστερ. Θα πάω εκεί προσωπικά, στη θέση του Θέρεντον, για να οργανώσω την άμυνα της πόλης.
Καμιά απάντηση.
»Τι βοήθεια θα μου στείλει το Καρλάιλ;» ρώτησε η Ντιάνα. «Τον Κρίσις και τους Πραιτωριανούς Φρουρούς;»
Ο Γκρινσπάροου ξεφύσηξε. «Δεν τα έμαθες;» ρώτησε. «Ένας δεύτερος στρατός κατεβαίνει νότια από το Πρίνσταουν. Τώρα πρέπει να πλησιάζουν στο άνοιγμα ανάμεσα στο Ντέβεργουντ και στο Άιρον Κρος.
Πίσω από την ταπισερί, ο Μπριντ’Αμούρ πήρε μια αθόρυβη ανάσα ανακούφισης.
»Θα χρειαστώ τη φρουρά του Καρλάιλ για να τους αντιμετωπίσω», συνέχισε ο Γκρινσπάροου. «Οι δυνάμεις του Γουόρτσεστερ, μαζί με τις δικές σου, σου αρκούν για να καταστρέψεις όποιο τμήμα στρατού καταφέρει να φτάσει νότια μέσα από τα βουνά. Επιπλέον, πρέπει να έχω τον νου μου στο ποτάμι νότια του Καρλάιλ», πρόσθεσε. «Ο εριαντοριανός στόλος στα δυτικά θα παγιδευτεί στα στενά και θα καταστραφεί σίγουρα, αλλά υπάρχει άλλος ένας στόλος που έστριψε νότια από τους Πέντε Φύλακες».
«Και δεν έχουν μείνει πλοία για να τον σταματήσετε;» τόλμησε να ρωτήσει η Ντιάνα, φροντίζοντας να μην υπάρχει κανένα ίχνος ελπίδας στην χροιά της φωνής της.
Ο Γκρινσπάροου ξεφύσηξε περιφρονητικά. «Έχω τριπλάσιο στόλο να τους περιμένει, πλοία με τους καλύτερους πλοιάρχους. Όμως, ακόμη κι αν ένα-δύο πλοία των ανταρτών καταφέρουν να περάσουν, πρέπει να είμαι έτοιμος για να τα υποδεχτώ. Έτσι, είσαι μόνη σου, δούκισσα Γουέλγουορθ», κατέληξε με αυτοκρατορικό ύφος δείχνοντας ότι η συζήτηση πλησιάζει στο τέλος της. «Αναχαίτισέ τους ή, ακόμη καλύτερα, εξόντωσέ τους όλους. Θα είναι πολύ καλύτερα να μην υπάρχει οργανωμένη άμυνα όταν θα επιστρέψουμε θριαμβευτές στο Κάερ Μακ… στο Μόντφορτ!»
Ο Γκρινσπάροου κούνησε το χέρι του και η εικόνα στον καθρέφτη θόλωσε και χάθηκε. Το γυαλί καθάρισε σιγά-σιγά, ενώ η Ντιάνα απέμεινε να κοιτάζει το είδωλό της.
Ο Μπριντ’Αμούρ βγήκε πίσω από την ταπισερί, ακυρώνοντας το ξόρκι που τον έκανε αόρατο. «Μέχρι εδώ καλά», είπε.
«Θα βρει τρόπο να επικοινωνήσει με τον Τακναποτίν, τον δαίμονά μου», είπε. «Ή θα έλθει σε επαφή με τους δαίμονες του Μίστιγκαλ ή του Θέρεντον. Φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσουμε να του κρύψουμε για πολύ την αλήθεια».
Ο Μπριντ’Αμούρ κατένευσε ξέροντας ότι η Ντιάνα είχε δίκιο. Αφού πλησίασε, έβαλε το χέρι του στον ώμο της. «Θα του την κρύψουμε για όσο διάστημα χρειάζεται», είπε. «Τα πήγες καλά, δούκισσα, έπαιξες με την περιέργειά του απασχολώντας τον με την αλήθεια ώστε να μην έχει τον χρόνο να εντοπίσει τα ψέματα. Μέχρι να αντιληφθεί ο Γκρινσπάροου ότι ζω ακόμη, θα είναι πολύ αργά».
«Ακόμη κι αν το αντιληφθεί πολύ γρήγορα; Απόψε;» ρώτησε σκυθρωπή η Ντιάνα.
Ο Μπριντ’Αμούρ δεν απάντησε. Ο στρατός πλησίαζε στο Γουόρτσεστερ, ο στόλος έμπαινε στον πορθμό του Μαν. Τα πολλά πλοία του Μάνινγκτον ήταν ήδη στη θάλασσα και η Ντιάνα δεν μπορούσε να τα καλέσει πίσω χωρίς να το αντιληφθεί ο Γκρινσπάροου. Όμως, ακόμη κι αν ο Γκρινσπάροου μάθαινε την αλήθεια, ακόμη κι αν οι εισβολείς επρόκειτο να αντιμετωπίσουν όλο το Άβον και εκατό δράκοντες, δεν μπορούσαν πια να κάνουν πίσω.
25
Ο πορθμός του Μαν
Το κίτρινο πόνι γλιστρούσε δεξιά-αριστερά, προσπαθώντας να ισορροπήσει μες στο ασταμάτητο μπότζι που το δημιουργούσε η φουρτουνιασμένη θάλασσα. Ο Όλιβερ όμως έδειχνε πολύ ικανοποιημένος πάνω στην πλάτη του Θρεντμπέαρ. Τα μάγουλά του ήταν ρόδινα ενώ τα μάτια του άστραφταν, ήταν τελείως διαφορετικός από το προηγούμενο θαλασσινό του ταξίδι που το πέρασε σχεδόν όλο κρεμασμένος στην κουπαστή.
«Το άλογό μου αγαπάει τη θάλασσα», έλεγε ο χάφλινγκ στην Κατρίν κάθε φορά που περνούσε δίπλα του. Εκείνη απλώς κουνούσε το κεφάλι σαν να μην πίστευε στα μάτια της, δεν είχε χρόνο όμως να ασχοληθεί με τον πάντα εκκεντρικό Όλιβερ γιατί το πλοίο τους, το Ντόζιερ’ς Ντριμ, καθώς και τα σαράντα άλλα σκάφη του στόλου, πλησίαζαν σε μια στροφή στα βορειοδυτικά παράλια του Άβον, απ’ όπου θα έμπαιναν στο στενότερο σημείο του πορθμού του Μαν. Το οχυρό του Έρνφαστ απείχε λιγότερο από είκοσι χιλιόμετρα στη μια όχθη του πορθμού, ενώ το Μάνινγκτον μερικά χιλιόμετρα παραπάνω στην άλλη.