Выбрать главу

«Κι εγώ είμαι η Κατρίν Ο’ Χέιλ», είπε η κοπέλλα βρίσκοντας τη φωνή της, μα και τον θυμό της. Το χέρι της πήγε αμέσως στη λαβή του σπαθιού στη ζώνη της. Αυτός που στεκόταν μπροστά της ήταν ένας μάγος-δούκας του Γκρινσπάροου, πράγμα που σήμαινε ότι κι ο δαίμονάς του δεν θα ήταν μακριά.

«Μη φοβάστε», είπε ο Άσανον. «Δεν ήρθα στο πλοίο σας σαν εχθρός. Μερικοί θα με θεωρούσαν ανόητο ίσως επειδή ήρθα εδώ μόνος, αλλά δεν είμαι».

«Γιατί είσαι εδώ;» ρώτησε ο Όλιβερ.

Ο Άσανον έδειξε βόρεια, αναγκάζοντάς τους όλους να κοιτάξουν πάλι τον στόλο που πλησίαζε. «Εκατό πολεμικά πλοία», είπε.

«Ήρθες να ζητήσεις την παράδοσή μας», είπε βλοσυρή η Κατρίν, ενώ δεν ήταν σίγουρη αν θα μπορούσε να αρνηθεί μια τέτοια ευκαιρία. Τα πλοία του Μπαράντουιν πλησίαζαν γοργά μια ομάδα αβονιανών, που τα πληρώματά τους, Κυκλωπιανοί οι περισσότεροι, στέκονταν στις κουπαστές και ζητωκραύγαζαν.

«Θα δείτε», είπε ο Άσανον κοιτάζοντας πάλι βόρεια.

Όταν έπεσαν οι πρώτες βολές, εκατοντάδες βέλη και μπάλες από ένα ειδικό καφέ χώμα που έσκαγε όπου προσγειωνόταν, οι περισσότεροι από τους Κυκλωπιανούς σε αυτά τα τρία αβονιανά πλοία σκοτώθηκαν αμέσως και τα καταστρώματά τους παραδόθηκαν στη φωτιά.

Η Κατρίν, ο Ντόζιερ και ο Όλιβερ γύρισαν για να κοιτάξουν άναυδοι τον δούκα του Έρνφαστ.

«Μίλησα με τον Μπριντ’Αμούρ», τους εξήγησε ο Άσανον. «Το Μπαράντουιν δεν είναι πια σύμμαχος του Γκρινσπάροου. Διαδώστε το νέο στον στόλο σας», συνέχισε. «Σας προειδοποιώ, αν δεχτούν επίθεση τα πλοία μου, θα απαντήσουν». Ο δούκας εξαφανίστηκε μέσα σε μια έκρηξη καπνού, ενώ μια παρόμοια έκρηξη, που φάνηκε στη μέση του στόλου του Μπαράντουιν, έδειξε στους τρεις ξαφνιασμένους συντρόφους ποιο πλοίο ήταν η ναυαρχίδα του Άσανον.

Η μάχη τελείωσε ώρες αργότερα, νύχτα πια, με τριάντα πλοία του Άβον να έχουν βυθιστεί και άλλα δέκα να έχουν τραπεί σε φυγή. Ο εξαντλημένος αλλά και τριπλασιασμένος τώρα στόλος εισβολής ήταν έτοιμος να ξεκινήσει. Οι Μπαραντουινοί έστειλαν έμπειρους ναυτικούς να βοηθήσουν τους Εριαντοριανούς μεταφέροντας επίσης με προσοχή στα πλοία τους βόμβες τύρφης, τις καφέ χωμάτινες μπάλες που έσκαγαν με την πρόσκρουση.

Η Κατρίν και ο Όλιβερ δέχτηκαν την πρόσκληση του Άσανον να πάνε στην ναυαρχίδα του και να ταξιδέψουν μαζί του. Ήταν και οι δύο απορημένοι, αλλά επίσης γεμάτοι αναπτερωμένες ελπίδες.

Ο στόλος, πάνω από εκατό πλοία, βγήκε από το νότιο άκρο του πορθμού του Μαν και πέρασε μπροστά από τα φώτα του Μάνινγκτον λίγο πριν τα χαράματα.

26

Η νύχτα των τριών θριάμβων

Ο Λούθιεν Μπέντγουιρ δεν είχε ξαναδεί την περιοχή, αλλά δεν χρειαζόταν χάρτη για να καταλάβει ποια είναι η επόμενη πόλη. Ο εριαντοριανός στρατός είχε προελάσει εκατόν πενήντα χιλιόμετρα έχοντας συναντήσει μια ντουζίνα κωμοπόλεις και χωριά, αφότου βγήκε από τα βουνά. Η αντίσταση ήταν μικρή ή ανύπαρκτη, καθώς οι Κυκλωπιανοί —ιδιαίτερα οι Πραιτωριανοί Φρουροί που είχαν σωθεί από το Άιρον Κρος— συνέχιζαν την πορεία τους προς νότο λεηλατώντας τα πάντα απ’ όπου περνούσαν. Αυτή η υποχώρηση είχε αποδειχτεί μεγάλο ατού για τον Λούθιεν, αφού έστρεψε τον πληθυσμό κατά του Γκρινσπάροου. Έτσι, με τη βοήθεια του Σόλομον Κίις, του Άλαν Ο’ Ντάνκερι και άλλων σημαντικών Αβονιανών, είχαν περιοριστεί στο ελάχιστο οι απώλειες ανθρώπινων ζωών και από τις δύο πλευρές.

Τώρα όμως…

Ο Λούθιεν ανέβηκε με τον Ριβερντάνσερ στην κορυφή ενός μικρού λόφου. Κοιτάζοντας νότια όπου το φως της μέρας μειωνόταν γοργά, ακολούθησε με το βλέμμα την ασημόχρωμη λωρίδα του ποταμού Ντάνκερι μέχρι το σημείο όπου πλάταινε κι απλωνόταν σαν μια αστραφτερή έκταση στον ορίζοντα.

Εκεί ήταν η λίμνη Σπεϊθενφέργκους και, στη βόρεια όχθη της, σε έναν τόπο περιβαλλόμενο από τον ποταμό Ντάνκερι και τον ποταμό Ερν, βρισκόταν το οχυρωμένο Γουόρτσεστερ με τη φρουρά του σίγουρα επαυξημένη από τους χιλιάδες Κύκλωπιανούς που είχαν εγκαταλείψει τα βόρεια χωριά.

Από κάτω και προς τα δεξιά του ο στρατός του Λούθιεν προχωρούσε σταθερά. Θα συνέχιζαν την πορεία τους ως αργά μετά το ηλιοβασίλεμα και θα στρατοπέδευαν σε σημείο απ’ όπου θα έβλεπαν τη μεγάλη πόλη.

Πώς θα τα πήγαιναν οι Εριαντοριανοί και οι νάνοι των βουνών ενάντια στις οχυρώσεις του πανίσχυρου Γουόρτσεστερ; Ο Λούθιεν και οι δυνάμεις του δεν είχαν πολιορκήσει ποτέ πόλη, ούτε είχαν προσπαθήσει ποτέ να καταλάβουν πραγματικά τείχη. Στο Κάερ Μακντόναλντ είχαν νικήσει πολεμώντας από σπίτι σε σπίτι, αλλά εκεί ήταν ήδη μέσα στα τείχη της πόλης όταν άρχισε η μάχη. Στο Πρίνσταουν είχαν υπερισχύσει ξεγελώντας τη φρουρά της πόλης ώστε να βγει από τα τείχη, και την είχαν εξοντώσει παγιδεύοντάς την στην κοιλάδα του Γκλεν Ντούριτς. Πώς θα τα πήγαιναν όμως ενάντια σε μια οχυρωμένη πόλη που τους περίμενε, έχοντας προετοιμαστεί για τον ερχομό τους;