Выбрать главу

Δεν είχαν αποφασίσει για κάποιον συγκεκριμένο προορισμό, όμως αναπόφευκτα πήγαιναν βόρεια, προς το Άιρον Κρος και το Κάερ Μακντόναλντ. Τα βουνά είχαν φανεί στο βάθος ενώ η λίμνη Σπεϊθενφέργκους ήταν πια πολύ πίσω τους, όταν μίλησαν για πρώτη φορά για τον προορισμό τους.

«Δεν νομίζω ότι το Κάερ Μακντόναλντ θα είναι τόσο διαφορετικό από το Καρλάιλ», είπε ο Λούθιεν ένα πρωί, λίγη ώρα αφότου ξεκίνησαν την πορεία τους. Η μέρα ήταν πάλι ασυνήθιστα ζεστή, φιλόξενη για την εποχή, με τον ήλιο να λάμπει στον ουρανό και μια γλυκιά αύρα να φυσά από τον νότο.

«Α, ναι, αλλά στο Κάερ Μακντόναλντ κυβερνά ο Μπριντ’Αμούρ, ο τόσο καλός μου φίλος», είπε εύθυμα ο Όλιβερ. Φτέρνισε τον Θρεντμπέαρ και, προσπερνώντας την Κατρίν, ήρθε δίπλα στον Ριβερντάνσερ.

Η Κατρίν δεν χαμογέλασε όταν πέρασε δίπλα της ο Όλιβερ. Σκεφτόταν κι αυτή το Κάερ Μακντόναλντ και την επικείμενη ανία μιας τέτοιας ειρηνικής ζωής.

«Αυτό είναι αλήθεια», είπε ο Λούθιεν.

«Επομένως», συνέχισε τον συλλογισμό του ο Όλιβερ, «αν μπούμε στο σπίτι κάποιου εμπόρου και μας πιάσουν — όχι ότι υπάρχει περίπτωση βέβαια να πιάσουν τον διαβόητο Όλιβερ ντε Μπάροους και το πρωτοπαλλήκαρό του, την Πορφυρή Σκιά!» πρόσθεσε, όταν οι δυο σύντροφοί του σταμάτησαν ξαφνικά τα άλογά τους και τον κοίταξαν απορημένοι.

«Το πρωτοπαλλήκαρό σου, την Πορφυρή Σκιά;» επανέλαβε η Κατρίν.

«Δεν θα πάμε στο Κάερ Μακντόναλντ σαν κλέφτες, Όλιβερ», είπε ξερά ο Λούθιεν, κάτι που προφανώς ήξερε ήδη ο χάφλινγκ. Ο Όλιβερ σήκωσε τους ώμους, ενώ η Κατρίν με τον Λούθιεν κοιτάζονταν και χαμογελούσαν με νόημα. Μετά ξεκίνησαν πάλι.

«Φυσικά και δεν υπάρχει λόγος να πάμε σαν κλέφτες!» συμφώνησε ο Όλιβερ. «Θα ζούμε στο παλάτι περιτριγυρισμένοι από όλες τις απολαύσεις, φαγητό κι όμορφες γυναίκες! Αστειευόμουν βέβαια. Γιατί να θέλω να κλέψω, όταν θα τα έχω όλα στο χέρι;»

Η επόμενη ερώτηση του Λούθιεν σταμάτησε πάλι τους συντρόφους του.

«Τι θα κάνουμε λοιπόν;» ρώτησε ο νεαρός Μπέντγουιρ.

«Τι εννοείς; Τι πρέπει να κάνουμε;» ρώτησε ο Όλιβερ χωρίς να καταλαβαίνει.

«Εμείς οι δυο θα φτιάξουμε σπίτι και θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας;» ρώτησε ο Λούθιεν την Κατρίν η οποία, από την έκφραση κατάπληξης που φάνηκε στο πρόσωπό της, έγινε φανερό ότι δεν είχε σκεφτεί αυτό το ενδεχόμενο. «Θα υπηρετούμε τον Μπριντ’Αμούρ», συνέχισε ο Λούθιεν, «πηγαίνοντας τις ατελείωτες περγαμηνές του από δωμάτιο σε δωμάτιο;»

Ο Όλιβερ κούνησε το κεφάλι του, δεν μπορούσε να καταλάβει τι εννοούσε ο φίλος του.

Η Κατρίν είχε καταλάβει όμως, και ήταν αλήθεια ότι ο Λούθιεν είχε θέσει ένα θέμα που δεν είχε σκεφτεί ποτέ της στα σοβαρά. «Τι θα κάνουμε, λοιπόν;» ρώτησε επίσης, περισσότερο τον Λούθιεν παρά τον Όλιβερ.

Εκείνος την κοίταξε ενώ σκεφτόταν ότι ένα τέτοιο μέλλον δεν μπορούσε να συγκριθεί με τις περιπέτειες του πρόσφατου παρελθόντος τους.

«Τι υπάρχει για μας στο Κάερ Μακντόναλντ;» ρώτησε η Κατρίν.

«Το Κάερ Μακντόναλντ είναι η πρωτεύουσα του Εριαντόρ όπου βασιλεύει ένας φίλος μας», απάντησε ο Λούθιεν, αλλά φυσικά, δηλώνοντας το προφανές δεν είχε απαντήσει στην ερώτηση της αγαπημένης του.

Εκείνη συμφώνησε, όμως του έκανε νόημα να συνεχίσει, να εξηγήσει τι ακριβώς μπορεί να εννοεί.

«Υπάρχουν σημαντικά πράγματα…» άρχισε να λέει ο Λούθιεν. «Θα είμαστε απαραίτητοι… Ο Μπριντ’Αμούρ θα χρειαστεί απεσταλμένους», κατέληξε. «Απεσταλμένους για να πάνε στο Τζάιμπι, στο Έραντοχ, στο Νταν Κάριθ και στο Πορτ Τσάρλι. Θα χρειαστεί αγγελιοφόρους για να μεταφέρουν τα διατάγματά του στο Μπέντγουιντριν. Θα χρειαστεί…»

«Επομένως;» Η απλή ερώτηση της Κατρίν αιφνιδίασε τον Όλιβερ, διακόπτοντας το λογύδριο που έβγαζε ο Λούθιεν περισσότερο από καθήκον παρά επειδή το πίστευε.

»Ο πόλεμος τελείωσε», πρόσθεσε απλά η Κατρίν.

Ο Όλιβερ βόγγηξε, καταλαβαίνοντας επιτέλους πού το πηγαίνουν αυτοί οι δύο. Ήταν έτοιμος να διαμαρτυρηθεί, να τους θυμίσει τις πολυτέλειες που τους περιμένουν, τις τιμές, τις όμορφες γυναίκες, αλλά συνειδητοποίησε ότι δεν είχε διάθεση να μιλήσει γιατί κατά βάθος συμφωνούσε κι αυτός — αν και ταυτόχρονα ένα άλλο μέρος του εαυτού του, που προτιμούσε πάνω απ’ όλα τις ανέσεις, φώναζε χιλιάδες διαμαρτυρίες. Ο πόλεμος είχε τελειώσει, η απειλή του Γκρινσπάροου είχε εξαφανιστεί για πάντα. Κίνδυνος από τους Κυκλωπιανούς δεν υπήρχε, τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον. Τα τρία βασίλεια του μεγαλύτερου νησιού της Θάλασσας του Άβον είχαν ειρήνη και μια ισχυρή συμμαχία μεταξύ τους, ενώ τα προβλήματα που μπορεί να εμφανίζονταν τώρα, σίγουρα θα ήταν ασήμαντα σε σύγκριση με τον μεγάλο νικηφόρο αγώνα που είχαν δώσει πρόσφατα.