Και ανάμεσα σ’ εσένα και τον δαίμονα, σκέφτηκε η Ντιάνα.
»Του είχα δώσει μαγικές ιδιότητες πριν από πολλά χρόνια, τότε που απέκτησες για πρώτη φορά τις δυνάμεις σου», είπε ο Γκρινσπάροου.
Όταν δολοφόνησες την οικογένειά μου, συλλογίστηκε θυμωμένη η δούκισσα.
»Θα βρω κάποιον τρόπο για να γυρίσει ο Τακναποτίν», είπε ο βασιλιάς. «Ή θα σου βρω κάποιον άλλο δαίμονα, εξίσου τρομερό».
Η Ντιάνα ήθελε να τον αποτρέψει από αυτή την κίνηση, κατάλαβε όμως ότι βάδιζε σε επικίνδυνο έδαφος. «Δεν θα περιμένω», είπε. «Μπορώ να καταστρέψω τον Μπριντ’Αμούρ χωρίς τον Τακναποτίν, αφού θα με βοηθήσουν οι αδελφοί μου μάγοι με τους δαίμονές τους».
«Δεν πρέπει να αποτύχεις!» είπε ξαφνικά με ένταση ο Γκρινσπάροου και έσκυψε μπροστά στον θρόνο, πλησιάζοντας τόσο κοντά στον καθρέφτη ώστε η όψη του παραμορφώθηκε, ενώ η μυτερή μύτη και τα μάγουλά του έμοιαζαν πιο μεγάλα κι απειλητικά. «Όλα αυτά θα καταρρεύσουν όταν πεθάνει ο Μπριντ’Αμούρ. Οι στρατοί του Εριαντόρ θα διαλυθούν, θα τους καταστρέψουμε έναν-έναν».
«Ο Μπριντ’Αμούρ θα πεθάνει μέσα σε μια βδομάδα», του υποσχέθηκε η Ντιάνα, και κάπου μέσα της φοβόταν ότι μπορεί η πρόβλεψή της να αποδεικνυόταν τελικά σωστή.
Όταν ο Γκρινσπάροου έκοψε την επικοινωνία με μια κίνηση του χεριού, η Ντιάνα ανάσανε με ανακούφιση.
Στην αίθουσα του θρόνου του Καρλάιλ, ο βασιλιάς, αφού έδιωξε με ένα νόημα τους δυο πελώριους, άσχημους μονόφθαλμους που κρατούσαν τον μαγεμένο καθρέφτη, γύρισε στον δούκα Κρίσις. Ο ντε Τζουλιέν, που μόλις είχε γυρίσει από το Κάερ Μακντόναλντ, στεκόταν δίπλα στον αρχηγό των μονόφθαλμων με τα μέλη και το πρόσωπό του να κάνουν νευρικούς σπασμούς από την αγωνία. Είχε φέρει κακά νέα στον βασιλιά, κάτι πολύ επικίνδυνο στην αυλή του Καρλάιλ!
Το γέλιο του Γκρινσπάροου έκανε τον πρεσβευτή να ηρεμήσει. Ακόμη και ο σκληροτράχηλος Κρίσις χαλάρωσε κάπως.
«Δεν την εμπιστεύεστε, μεγαλειότατε;» ρώτησε ο Κρίσις.
«Την Ντιάνα;» απάντησε ο Γκρινσπάροου αδιάφορα. «Την ακίνδυνη Ντιάνα;» Καθώς ακολουθούσε άλλο ένα ξέσπασμα γέλιου, ο ντε Τζουλιέν γέλασε κι αυτός, σταμάτησε όμως ξεροβήχοντας νευρικά όταν ο Γκρινσπάροου ανακάθισε απότομα με το πρόσωπό του να σκυθρωπιάζει. «Η Ντιάνα Γουέλγουορθ έχει τόσες τύψεις ώστε δεν μπορεί να με απειλήσει», εξήγησε ο Γκρινσπάροου. «Είναι φυσικό. Για να στραφεί εναντίον μου πρέπει να εξερευνήσει το παρελθόν της, όπου θα ανακαλύψει την αλήθεια».
Ο ντε Τζουλιέν, προσέχοντας ότι ο Κρίσις άκουγε κάνοντας καταφατικά νεύματα, κατάλαβε ότι ο μονόφθαλμος δούκας του Καρλάιλ είχε ξανακούσει αυτή την πληροφορία στο παρελθόν. Ο ντε Τζουλιέν όμως την άκουγε για πρώτη φορά, γι’ αυτό αναρωτήθηκε τι μπορεί να εννοούσε ο βασιλιάς.
»Η Ντιάνα ήταν ο σύνδεσμός μου με τον θρόνο», είπε ο Γκρινσπάροου κοιτάζοντας τον ντε Τζουλιέν στα μάτια. «Χωρίς να το ξέρει, πρόδωσε την ίδια την οικογένειά της δίνοντάς μου προσωπικά αντικείμενα που ανήκαν στους γονείς της και στα αδέλφια της.
Ο ντε Τζουλιέν πήγε να κάνει το προφανές ερώτημα, αλλά σταμάτησε καθώς συνειδητοποίησε ότι, αν τα πράγματα ήταν όπως έλεγε ο Γκρινσπάροου, τότε ο βασιλιάς του ήταν σφετεριστής του θρόνου και δολοφόνος.
»Το μόνο που φοβόμουν από την Ντιάνα ήταν η απώλεια του Τακναποτίν», συνέχισε ο Γκρινσπάροου κοιτάζοντας πάλι τον Κρίσις. «Αλλά αν αυτή η ηλίθια υπηρέτρια έσπασε το στέμμα, τότε είναι φυσικό να μην μπορώ να έλθω σε επαφή μαζί του. Αυτό το πρόβλημα όμως διορθώνεται εύκολα».
»Και ο επερχόμενος πόλεμος;» ρώτησε ο Κρίσις. «Οι Εριαντοριανοί σε λίγο θα ξεκινήσουν την επίθεσή τους».
«Φοβάσαι το Εριαντόρ;» είπε περιφρονητικά ο Γκρινσπάροου. «Τους κουρελήδες αγρότες και ψαράδες;»
«…Που νίκησαν στον προηγούμενο πόλεμο», του υπενθύμισε ο ντε Τζουλιέν για να μετανιώσει αμέσως για τα λόγια που ξεστόμισε, καθώς είδε το επικίνδυνο συνοφρύωμα στα γερακίσια χαρακτηριστικά του Γκρινσπάροου.
«Μόνο λόγω της απουσίας μου!» βρυχήθηκε θυμωμένα ο βασιλιάς. Ο Γκρινσπάροου, τρέμοντας εξοργισμένος, έσφιξε τα μπράτσα του θρόνου τόσο δυνατά ώστε άσπρισαν οι αρθρώσεις του.
«Βεβαίως, πανίσχυρε βασιλιά μου», είπε ο ντε Τζουλιέν με μια βαθιά υπόκλιση, αλλά ήταν κιόλας πολύ αργά.
Ο Γκρινσπάροου άπλωσε το χέρι του στον αέρα και από τα δάχτυλά του εκτινάχτηκαν φωτεινές ακτίνες στα χρώματα του ουράνιου τόξου, που ενώθηκαν στροβιλιζόμενα σε μια λευκή στήλη με το μήκος και το πλάτος ενός σπαθιού.
Ο βασιλιάς κατέβασε το χέρι του, με το μαγικό σπαθί να ακολουθεί.
Το αριστερό χέρι του ντε Τζουλιέν έπεσε στο πάτωμα, κομμένο από τον ώμο.
Ο πρέσβης ούρλιαξε, «βασιλιά μου!» είπε αγκομαχώντας και πιάνοντας τον ματωμένο ώμο του.