Με ένα γρύλλισμα, ο Γκρινσπάροου κατέβασε το χέρι του σε ένα δεύτερο χαμηλότερο χτύπημα κόβοντας το αριστερό πόδι του ντε Τζουλιέν. Ο πρέσβης σωριάστηκε κάτω με το αίμα του να ξεχύνεται από τα τεράστια τραύματα. Προσπάθησε να μιλήσει πάλι αλλά δεν τα κατάφερε. Σήκωσε αδύναμα το άλλο χέρι του σε μια αδύναμη προσπάθεια να εμποδίσει το επόμενο χτύπημα.
Ο Γκρινσπάροου του το έκοψε από τον αγκώνα.
«Η απουσία μου ήταν το αίτιο της ήττας», είπε ο βασιλιάς στον Κρίσις, αγνοώντας τον ντε Τζουλιέν που σφάδαζε στο πάτωμα. «Η απουσία μου και η ανικανότητα εκείνων που άφησα στη θέση μου!
»Και η Γασκόνη», συνέχισε. «Η Γασκόνη πίστεψε ότι θα την συνέφερε να υπάρχει ένα ελεύθερο Εριαντόρ. Δεν ήξεραν πόσο σημαντική ήταν η προστασία που τους παρείχε το Καρλάιλ από τους Χιούγκοθ κι απ’ άλλα τέτοια προβλήματα».
Ο Γκρινσπάροου σηκώθηκε από τον θρόνο δείχνοντας με το δάχτυλο στον αέρα. «Αυτήν τη φορά, όμως, οι Γασκόνοι έχουν καταλάβει την αλήθεια για το αξιολύπητο Εριαντόρ, γι’ αυτό δεν θα ζητήσουν να κάνουμε ειρήνη». Ο βασιλιάς δρασκέλισε τον νεκρό πλέον ντε Τζουλιέν. Κοίταξε τον Κρίσις, προσέχοντας την ανήσυχη έκφραση του δούκα του.
»Αυτό ακριβώς θέλαμε!» φώναξε βάζοντας τα γέλια. «Προκαλέσαμε το Εριαντόρ, και ο ανόητος ο Μπριντ’Αμούρ κήρυξε πόλεμο.
Ο Κρίσις ηρέμησε κάπως, γιατί πραγματικά αυτό είχαν σχεδιάσει με τον Γκρινσπάροου όταν έστειλαν τις κυκλωπιανές φυλές να κάνουν τις πρόσφατες επιδρομές κατά του Εριαντόρ και του Νταν Ντάροου.
»Πρέπει να τους έχουν απομείνει γύρω στα πενήντα από τα πλοία μας», συνέχισε ο Γκρινσπάροου, αφαιρώντας τα είκοσι που υποτίθεται ότι είχαν βυθίσει οι Χιούγκοθ. «Το γεγονός και μόνο ότι έχασαν τόσα εξαιρετικά πλοία από αυτούς τους άγριους, επιβεβαιώνει ότι οι Εριαντοριανοί ψαράδες δεν μπορούν να χειριστούν πολεμικά σκάφη». Ο Γκρινσπάροου κοίταξε τον Κρίσις με ένα άγριο, μανιακό ύφος. «Εμείς από την άλλη μεριά έχουμε πάνω από εκατό πλοία, με πεπειραμένους ναυτικούς και Κυκλωπιανούς πολεμιστές. Ο μισός στόλος του Εριαντόρ θα μπει γρήγορα στον πορθμό του Μαν. Θα έχω έναν ίσο αριθμό πλοίων να τα περιμένει για να τα βυθίσει.
«Η ναυμαχία που θα διεξαχθεί μπορεί να έχει μεγάλο κόστος», τόλμησε να πει ο ρεαλιστής Κρίσις.
«Όχι!» φώναξε ο Γκρινσπάροου. «Όταν μπουν στη μάχη και τα πλοία του Μπαράντουιν, άλλα εκατό, τότε αυτή η απειλή θα πάρει τέλος».
Ο βασιλιάς ενθουσιαζόταν όλο και περισσότερο με κάθε λέξη, σίγουρος για την ολοκληρωτική νίκη. «Τότε, ο Μπριντ’Αμούρ, καταλαβαίνοντας ότι κινδυνεύουν οι δυτικές ακτές του, θα αναγκαστεί να ανακαλέσει τις δυνάμεις του πίσω στο Μόντφορτ πριν ακόμη βγουν από τα βουνά.
Το σχέδιο φαινόταν πολύ εύκολο και λογικό, έτσι ο Κρίσις ηρέμησε πάλι. Ο Γκρινσπάροου τον πλησίασε κι έβαλε το χέρι στον ώμο του.
»Όλα αυτά βέβαια εφόσον ο Μπριντ’Αμούρ είναι ακόμη ζωντανός, τότε», είπε στον Κυκλωπιανό. Μετά απομακρύνθηκε φροντίζοντας να αποφύγει τη λίμνη αίματος που είχε σχηματιστεί γύρω από τον ντε Τζουλιέν.
»Μην υποτιμάς την Ντιάνα Γουέλγουορθ, μονόφθαλμε φίλε μου», συνέχισε ο Γκρινσπάροου. «Με τις δυνάμεις που έχουν οι δούκες μου και με τη βοήθεια των δαιμόνων τους, η Ντιάνα θα πιάσει τον γερο-μάγο και θα του δείξει ότι η εποχή της μαγείας του έχει περάσει πια».
Ο Γκρινσπάροου σώπασε ξαφνικά. Έπρεπε να βρει έναν τρόπο για να επικοινωνήσει πάλι με τον Τακναποτίν. Ή να βρει στην Ντιάνα έναν άλλο δαίμονα, αν δεν υπήρχε άλλη λύση.
«Πανεύκολο!» φώναξε στον Κρίσις, που δεν είχε ιδέα για τι πράγμα μιλάει.
Ο Κυκλωπιανός ησύχασε, πάντως. Ήταν δίπλα του αυτά τα είκοσι δύο χρόνια της βασιλείας του. Ο Κρίσις, πρώην πρέσβης των κυκλωπιανών φυλών στην αυλή του νόμιμου βασιλιά του Άβον, είχε βοηθήσει τον Γκρινσπάροου να ανεβεί στον θρόνο. Ο ίδιος είχε δολοφονήσει προσωπικά τους τέσσερις από τους πέντε γιους του βασιλιά, τους αδελφούς της Ντιάνα Γουέλγουορθ. Η ανταμοιβή του ήταν να τοποθετηθεί δούκας του Καρλάιλ, και στα χρόνια που υπηρετούσε τον Γκρινσπάροου, ο Κρίσις, είχε μάθει να εμπιστεύεται την ανελέητη δύναμή του. Μόνο ένας ανόητος δεν θα φοβόταν τον βασιλιά του Άβον.
Και ο ντε Τζουλιέν ήταν μία ακόμη απόδειξη αυτής της αναντίρρητης, πασιφανέστατης αλήθειας.
Την επόμενη φορά που είδε ο Λούθιεν τον Μπριντ’Αμούρ, ο μάγος δημιουργούσε ένα ακόμη μαγικό τούνελ. Αυτήν τη φορά ο προορισμός του ήταν δυτικά, το Πορτ Τσάρλι.
Αυτός ο χωρισμός δεν θα ήταν λιγότερο δύσκολος από τον προηγούμενο, για τον Λούθιεν. Ο Όλιβερ και η Κατρίν στέκονταν υπομονετικά καθώς ο γκρίζος τοίχος μεταμορφωνόταν σε μια γαλαζωπή ομίχλη, που βαθμιαία άρχισε να στροβιλίζεται. Ο Λούθιεν είδε έκπληκτος ότι ο Όλιβερ κρατούσε στο χέρι τα γκέμια του Θρεντμπέαρ, με το άσχημο κίτρινο πόνι να στέκεται ήρεμα δίπλα του.