Выбрать главу

Τα διακόσια σχεδόν ξωτικά που συνόδευαν το στράτευμα του Κάερ Μακντόναλντ είχαν εκφράσει καθαρά τις αντιρρήσεις τους για την πορεία που θα ακολουθούσε ο στρατός, όταν θα συναντούσαν τους νάνους. Ο βασιλιάς Μπέλικ είχε ανακοινώσει ότι οι νάνοι του δουλεύουν σκληρά για να ανοίξουν τούνελ, που θα επέτρεπαν στον στρατό να περάσει πιο εύκολα το Άιρον Κρος. Τα ξωτικά και οι νάνοι τα πήγαιναν πολύ καλά μεταξύ τους, αλλά οι νεραϊδογέννητοι αντιπαθούσαν τα βαθιά, σκοτεινά τούνελ. Ήταν ενάντια στη φύση τους.

Η Σιόμπαν είχε εξηγήσει το πρόβλημα στις τελικές τους συζητήσεις και ο Λούθιεν πίστευε ότι δόθηκε ικανοποιητική λύση. Αποφασίστηκε ότι, αν οι νάνοι του Μπέλικ κατάφερναν να ανοίξουν τις στοές, θα περνούσε από εκεί μόνο η κύρια δύναμη που ήταν φορτωμένη με τα εφόδια, ενώ οι υπόλοιποι θα συνέχιζαν στην πορεία τους πάνω στην επιφάνεια του εδάφους. Έτσι ο Λούθιεν δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ήταν τόσο σκυθρωπή η Σιόμπαν.

«Ο Όλιβερ;» τη ρώτησε.

Η Σιόμπαν δεν απάντησε, απλώς του έκανε νεύμα με το λεπτό πιγούνι της να προχωρήσει. Ο Λούθιεν συνέχισε την πορεία του σίγουρος ότι είχε χτυπήσει τον στόχο. Ένοιωθε κι ο ίδιος τον πόνο για τον χωρισμό του από την Κατρίν, ιδιαίτερα αφού γνώριζε ότι η αγαπημένη του θα αντιμετώπιζε μεγάλους κινδύνους. Μήπως και η Σιόμπαν ένιωθε το ίδιο πράγμα για τον χωρισμό της από τον Όλιβερ;

Αυτή η σκέψη του έφερε ένα αυθόρμητο γέλιο. Ξερόβηξε για να το καλύψει κάνοντας ότι σκοντάφτει, καθώς δεν ήθελε να προσβάλει την Σιόμπαν.

Η μισοξωτική όμως, καταλαβαίνοντας, ήξερε ότι το γέλιο του Λούθιεν ήταν μια ένδειξη για το τι θα αντιμετώπιζε και από τους άλλους. Το δέχτηκε στωικά και συνέχισε να βαδίζει χωρίς να πει λέξη.

Μόλις βασίλεψε ο ήλιος απλώθηκαν παντού βαθιές σκιές και, παρ’ όλο που δεν είχε τελειώσει ακόμη ο Αύγουστος, ο νυχτερινός αέρας ήταν πολύ πιο ψυχρός, μια παγερή υπενθύμιση ότι δεν έπρεπε να καθυστερήσουν στα βουνά, ούτε να αναγκαστούν να υποχωρήσουν προς το Άιρον Κρος απο τη στιγμή που θα έβγαιναν στις βόρειες πεδιάδες του Άβον.

Ο Λούθιεν και η Σιόμπαν, ερχόμενοι σε επαφή με τους άλλους Κάτερς στην περιοχή τους, καθόρισαν μια γενική περίμετρο δράσης ώστε να είναι σίγουροι ότι παρακολουθούν όλα τα περάσματα. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πίσω τους είχε στρατοπεδεύσει μια ομάδα εβδομήντα περίπου πολεμιστών.

Η Σιόμπαν βρήκε μια εσοχή για την ίδια και τον Λούθιεν, ένα μέρος με ψηλούς βράχους από τις τρεις πλευρές και μια μεγάλη προεξοχή σαν σκεπή από πάνω. Εκεί θα ήταν προστατευμένοι από τον άνεμο. Ο Λούθιεν τόλμησε να ανάψει μια μικρή φωτιά στο βάθος της εσοχής, ξέροντας ότι το φως δεν θα φαινόταν απ’ έξω.

Ο Λούθιεν ένιωθε κάποια αμηχανία —όπως και η Σιόμπαν, άλλωστε— έτσι όπως βρέθηκαν τελείως μόνοι αυτό το ήσυχο καλοκαιρινό βράδυ. Είχαν υπάρξει εραστές στο παρελθόν, παθιασμένοι εραστές, και υπήρχε ακόμη μια αναμφισβήτητη έλξη ανάμεσά τους.

Ο Λούθιεν κάθισε με την πλάτη στον τοίχο κοντά στο άνοιγμα, τυλίγοντας τον πορφυρό μανδύα γύρω του για να προστατευτεί από τον παγερό αέρα. Προσπάθησε να συγκεντρώσει την προσοχή του στη σκοτεινή γραμμή του μονοπατιού από κάτω, αλλά κάθε τόσο κοίταζε την όμορφη Σιόμπαν που ήταν ξαπλωμένη κοντά στη φωτιά. Θυμήθηκε κάποιες από τις εμπειρίες που είχε ζήσει μαζί της στο Κάερ Μακντόναλντ, την εποχή που η πόλη λεγόταν Μόντφορτ, όταν ήταν δούκας ο Μόρκνεϊ και η ζωή φαινόταν πιο απλή. Ένα χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό του καθώς σκέφτηκε την πρώτη του συνάντηση μαζί της. Είχε πάει να τη σώσει νομίζοντας ότι είναι μια κακόμοιρη ταλαιπωρημένη σκλάβα, για να ανακαλύψει ότι ήταν από τους αρχηγούς της πιο διαβόητης συμμορίας κλεφτών σε όλο το Μόντφορτ! Η σκέψη και μόνο ότι είχε θεωρήσει την Σιόμπαν ένα ανήμπορο θύμα, τον έκανε να νιώσει ανόητος. Η μισοξωτική ήταν ένας από τους ικανότερους ανθρώπους που είχε γνωρίσει ποτέ στη ζωή του!

Ήταν φίλη του τώρα, ένας από τους πιο αγαπητούς ανθρώπους στη ζωή του.

Μόνο φίλη του.

«Δεν πρόκειται να κάνουν τίποτα τόσο αργά», είπε η Σιόμπαν βγάζοντάς τον από τις σκέψεις του.

Ο Λούθιεν συμφώνησε. «Σίγουρα. Τα μονοπάτια του βουνού είναι επικίνδυνα τη νύχτα, εκτός αν οι μονόφθαλμοι κάνουν τη βλακεία να κουβαλούν δαυλούς, οπότε θα τους πάρουν είδηση όλοι οι στρατιώτες του Εριαντόρ. Δεν χρειάζεται να φυλάμε σκοπιά».

Η Σιόμπαν κατένευσε και γύρισε από την άλλη.

Ο Λούθιεν σκέφτηκε πόσο τυχερός ήταν. Η Κατρίν, παρ’ ότι ήξερε πως εκείνος θα ταξίδευε με την Σιόμπαν, είχε πάει πρόθυμα στο Πορτ Τσάρλι, λυπημένη από τον χωρισμό της με τον Λούθιεν αλλά χωρίς να του αναφέρει λέξη για την παλιά σχέση του με την ξωτική. Του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη και ο Λούθιεν ήξερε μέσα στην καρδιά του ότι αυτή η εμπιστοσύνη δεν ήταν αβάσιμη. Τα συναισθήματα για την Σιόμπαν παρέμεναν δυνατά μέσα του. Δεν μπορούσε να αρνηθεί την ομορφιά της ή ότι η αγάπη του γι’ αυτήν ήταν γνήσια από πολλές απόψεις. Αλλά η Σιόμπαν ήταν φίλη, μια αγαπημένη και έμπιστη σύντροφος, τίποτα παραπάνω. Η Κατρίν Ο’ Χέιλ ήταν η μοναδική γυναίκα για τον Λούθιεν Μπέντγουιρ.