Δεν πρόλαβε καλά-καλά να χαμογελάσει με τον δεύτερο μονόφθαλμο, που κρύφτηκε πανικόβλητος πίσω από μερικά βράχια, όταν αντιλήφθηκε ότι κάποιος άλλος Κυκλωπιανός είχε εμφανιστεί μέσα από την ομίχλη και στεκόταν από πάνω της με το τσεκούρι σηκωμένο.
«Ήταν οχτώ», μουρμούρισε η Σιόμπαν.
Η λόγχη έκανε τρία απανωτά οριζόντια χτυπήματα, αλλά ο Λούθιεν κατάφερε να τα αποκρούσει ή να τα αποφύγει παραμερίζοντας. Με γυρισμένη την πλάτη στην Σιόμπαν τώρα, είχε καταλάβει ότι η φίλη του δεν μπορούσε να τον βοηθήσει. Ο Λούθιεν είδε άλλον ένα Κυκλωπιανό να πλησιάζει από πίσω του.
Αφού μέτρησε τα βήματα, παραμέρισε πάλι την τελευταία στιγμή αποφεύγοντας για μερικά εκατοστά τη λόγχη, που κόντεψε να τον σουβλίσει. Ο μονόφθαλμος έχασε την ισορροπία του, η ορμή του τον έκανε να περάσει παραπατώντας δίπλα από τον Λούθιεν, έτσι ώστε παραλίγο να καρφώσει τον σύντροφό του.
Ο Λούθιεν όρμησε αμέσως ελπίζοντας να καταφέρει κάποια χτυπήματα στους μονόφθαλμους μέσα στη σύγχυση. Όμως είχε να κάνει με Πραιτωριανούς Φρουρούς, καλά εκπαιδευμένους βετεράνους. Την ώρα που ο σύντροφός του προσπαθούσε να ξαναβρεί την ισορροπία του, ο άλλος μονόφθαλμος μπήκε μπροστά αποκρούοντας με τη λόγχη τις επιθέσεις του Λούθιεν.
Ο νέος συνέχισε την επίθεση για λίγο και μετά παραμέρισε αποκρούοντας έναν λογχισμό από τον δεύτερο μονόφθαλμο. Κινήθηκε πάλι αριστερά αναγκάζοντας τον πρώτο να υποχωρήσει, ώσπου κατόπιν οπισθοχώρησε κι ο ίδιος χτυπώντας με τον Τυφλωτή.
Ενώ η λόγχη περνούσε μπροστά του, ο Λούθιεν διέγραψε έναν πλήρη κύκλο από την άλλη μεριά σκύβοντας ταυτόχρονα και προσπαθώντας να βρει ένα άνοιγμα στην άμυνα του μονόφθαλμου.
Εκείνος κάρφωσε την αιχμή της λόγχης στο έδαφος και οπισθοχώρησε.
Ο Λούθιεν άπλωσε το σπαθί του υποχρεώνοντας τον Κυκλωπιανό να οπισθοχωρήσει περισσότερο και να τεντώσει το χέρι που κρατούσε τη λόγχη. Ο άλλος Κυκλωπιανός ετοιμαζόταν να επιτεθεί ξανά, όμως ο Λούθιεν τον χτύπησε δυνατά με το ελεύθερο χέρι του σπάζοντάς του τη μύτη.
Μετά αναγκάστηκε να πηδήσει προς τα πίσω έχοντας ξανά απέναντι του και τους δύο Κυκλωπιανούς. Άρχισαν μια νέα επίθεση δείχνοντας περισσότερο σεβασμό αυτήν τη φορά, χρησιμοποιώντας συστηματικές κινήσεις που ο Λούθιεν μπορούσε εύκολα να αποκρούσει, αλλά διατηρώντας μια κοινή άμυνα και κρατώντας τον μακριά τους.
Σιγά-σιγά οι Κυκλωπιανοί επιτάχυναν τον ρυθμό τους χτυπώντας οργανωμένα, χωρίς να αφήνουν ανοίγματα στον Λούθιεν, που αναγκάστηκε να αρχίσει να υποχωρεί.
Αντιδρώντας από ένστικτο η Σιόμπαν, αφού έπιασε το τόξο από την άκρη και με τα δύο χέρια, πλησίασε αστραπιαία τον Κυκλωπιανό που είχε ακόμη σηκωμένα τα χέρια και τον χτύπησε με αυτό στο πρόσωπο κάνοντας τον να οπισθοχωρήσει. Μετά έπιασε πάλι κανονικά το τόξο με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο έβγαλε ένα βέλος από τη φαρέτρα.
Πριν προλάβει ο μονόφθαλμος να κάνει ένα βήμα μπροστά, η Σιόμπαν τράβηξε τη χορδή εκτοξεύοντας το βέλος σχεδόν εξ επαφής.
Ο Κυκλωπιανός έπεσε πίσω και χάθηκε μέσα στην ομίχλη.
Η Σιόμπαν, γυρίζοντας, είδε τον άλλο Κυκλωπιανό να έχει ξεπροβάλλει από τα βράχια και να τρέχει κατά πάνω της. Πίσω του ερχόταν ο σύντροφός του κρατώντας ακόμη την κοιλιά του, σε μια μάταιη προσπάθεια να ακολουθήσει την επίθεση.
Κατάλαβε ότι δεν προλάβαινε να ρίξει άλλο βέλος, έτσι άφησε το τόξο και όρμησε μπροστά τραβώντας το λεπτό και κοντό ξίφος της. Όταν έφτασε στην κορυφή της ράχης, πήδησε ψηλά και μακριά, πάνω από το σπαθί του αντιπάλου της. Τον χτύπησε με το δικό της σπαθί καθώς περνούσε και τον τραυμάτισε στον ώμο, αλλά το χτύπημα δεν είχε μεγάλη δύναμη, γι’ αυτό το τραύμα δεν ήταν σοβαρό.
Προσγειώθηκε με άνεση και μετά κατέβηκε την επικίνδυνη πλαγιά. Είχε κινηθεί τόσο γρήγορα ώστε ο μονόφθαλμος με το βέλος στην κοιλιά δεν πρόλαβε να αντιληφθεί τον κίνδυνο, έτσι η Σιόμπαν τον αποτελείωσε με ένα χτύπημα στον σβέρκο, καθώς περνούσε δίπλα του.
Ο άλλος μονόφθαλμος την ακολούθησε αμέσως καθώς η όμορφη μισοξωτική έβγαινε από το ξέφωτο προς τα αριστερά, μακριά από τον μαχόμενο Λούθιεν.
Ο Λούθιεν κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει κάτι δραματικό γρήγορα, γιατί ο τρίτος μονόφθαλμος ήταν ζαλισμένος και ματωμένος αλλά δεν είχε βγει εκτός μάχης, οπότε γρήγορα θα ξαναέμπαινε κι αυτός στην επίθεση. Εξαπέλυσε μια σειρά από δυνατά χτυπήματα με τον Τυφλωτή που οι μονόφθαλμοι κατάφεραν να αποκρούσουν, αλλά ο Λούθιεν χρησιμοποίησε την ορμή του για να αποσπαστεί από τη συμπλοκή και να τρέξει προς το βάθος του μικρού ξέφωτου. Αφού σκαρφάλωσε στο πλάι ενός βράχου, πήδησε μακριά αποφεύγοντας τον λογχισμό του Κυκλωπιανού που τον είχε ακολουθήσει. Προσγειώθηκε κοντά του έχοντας τον αντίπαλο πίσω του κι ελεύθερο χώρο μπροστά του και οπισθοχώρησε ταχύτατα, κάνοντας ακριβώς το αντίθετο από αυτό που περίμενε ο Κυκλωπιανός, ο οποίος στρεφόταν ήδη με τη λόγχη, σίγουρος ότι θα καταφέρει να τον καρφώσει.