Αν και ο Καζ χαμήλωσε το χέρι του, η ζημιά είχε γίνει. Το μόνο που είδαν οι χωρικοί ήταν ένα τέρας που τους απειλούσε. Είχαν ήδη δει τα σπίτια τους να καταστρέφονται και τους φίλους και τους συγγενείς τους να σκοτώνονται. Ο εκνευρισμός τους από την απελπιστική τους θέση μεγάλωνε ολοένα, χωρίς διέξοδο. Εκείνη τη στιγμή ένας μοναχικός μινώταυρος που αντιπροσώπευε όλα τα κακά, όλα τα δεινά τους στεκόταν στο δρόμο τους.
Κάμποσοι άντρες και γυναίκες σύρθηκαν μπροστά, ένας κουρελιάρης όχλος. Ήταν ωχροί και τρομαγμένοι με ένα φόβο καταστροφικό. Το μόνο που αποζητούσαν ήταν η ευκαιρία να ανταποδώσουν το χτύπημα πριν πεθάνουν.
Ο Χούμα βρήκε το θέαμα αποτροπιαστικό. Τα μέλη της ομάδας προχωρούσαν σαν ζωντανοί νεκροί. Γεωργικά εργαλεία, μαχαίρια, σκοινιά, ακόμα και αντικείμενα του νοικοκυριού, τα κρατούσαν σφιχτά σαν όπλα. Ο Καζ στεκόταν ακλόνητος, αλλά έριξε στον Χούμα μια γρήγορη ματιά.
«Αν πλησιάσουν μερικά βήματα ακόμα, θα τους χτυπήσω – και λέγε ό,τι θες. Δε σκοπεύω να κάτσω να πεθάνω στα χέρια τους.» Τα μάτια του μινώταυρου έλαμπαν βαθυκόκκινα. Δε θα αργούσε να αρχίσει τη δράση. Ο Χούμα πήδησε μπροστά στον όχλο με το σπαθί σηκωμένο ψηλά. «Σταματήστε! Δε θέλει το κακό σας!»
Ήταν μια θλιβερή προσπάθεια – και τα αποτελέσματα ήταν όπως τα είχε φοβηθεί. Ο φονικός όχλος σταμάτησε, αλλά μόνο για να αποφασίσουν τι να κάνουν το νεαρό ιππότη που τους έκλεινε το δρόμο.
«Κάνε στην άκρη!» του φώναξε ένας γκριζαρισμένος γέρος. Είχε ένα πανί δεμένο πάνω από το ένα του μάτι και μια κόκκινη κηλίδα πάνω του φανέρωνε την πρόσφατη πληγή του. Το δέρμα του ήταν όλο ρυτίδες και τα αραιά μαλλιά του έπεφταν άτονα στους ώμους τους. «Τον θέλουμε! Θα πληρώσει για ό,τι μας έκανε!»
«Εσάς δε σας έκανε τίποτα!»
Μια γυναίκα λίγο μεγαλύτερη από τον Χούμα –και όμορφη κάποτε– τον έφτυσε. «Είναι ένας από δαύτους! Τι σημασία έχει αν ήταν αυτός που σκότωσε τα παιδιά μου; Αν δεν το έκανε εδώ, το έχει κάνει αλλού!»
Οι εξηγήσεις ήταν μάταιες. Δε θα άκουγαν τον Χούμα, κι αν το έκαναν, αυτό δε θα δικαιολογούσε τη φρίκη που είχαν βιώσει. Ο Καζ ήταν ο μοναδικός τους στόχος.
Απελπισμένος, ο Χούμα κούνησε το σπαθί του. Ακούστηκαν μερικά μουρμουρητά και μερικοί, λιγότερο ψυχωμένοι, έκαναν πίσω, αλλά οι περισσότεροι δεν ανέχονταν να προδίδει τη φυλή του την ίδια ένας Ιππότης της Σολάμνια. Ο όχλος κινήθηκε ξανά, αλλά αυτή τη φορά ήταν φανερό ότι στόχος τους ήταν και ο Χούμα.
Πίσω του άκουσε τον πελώριο σύντροφό του να τραβάει το τσεκούρι του. «Μη φοβάσαι, Χούμα. Θα τους λιώσουμε.»
Τα λόγια του μινώταυρου φανέρωναν ανυπομονησία ακόμα μεγαλύτερη από την πρώτη φορά που την είχε προσέξει ο Χούμα.
Ούτε καν η θέα του εξαγριωμένου μινώταυρου που κράδαινε το πελώριο πολεμικό τσεκούρι στο ένα του χέρι δε στάθηκε ικανή να πτοήσει τους χωρικούς. Αδύνατα, κοκαλιάρικα χέρια ντυμένα με κουρέλια υψώθηκαν στον αέρα. Μερικά ήταν άδεια, άλλα ήταν έτοιμα να χτυπήσουν με όποιο μέσο διέθεταν. Ο Χούμα οπισθοχώρησε.
Θα σκότωνε στ’ αλήθεια αυτούς τους ανθρώπους για να προστατέψει κάποιον που λίγες μέρες πριν ήταν εχθρός του; Κανένας ιππότης δε θα έκανε κάτι τέτοιο. Αυτό το ήξερε καλά. Όμως δεν μπορούσε ν’ αφήσει τον Καζ στα χέρια τους.
«Καζ, καλύτερα να τρέξεις!»
«Τότε θα σκοτώσουν εσένα, Χούμα. Θα σε σκοτώσουν που με βοήθησες. Καλύτερα να σταθούμε και να πολεμήσουμε.»
Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελε ο Χούμα, αλλά φαινόταν να μην υπάρχει άλλη επιλογή. Ή θα έκανε στην άκρη, προδίδοντας το μινώταυρο ή θα στεκόταν εκεί, προδίδοντας αυτούς που είχε ορκιστεί να προστατέψει. Το σπαθί του ταλαντεύτηκε.
Δυνατός άνεμος σηκώθηκε πίσω του.
Ο όχλος κοκάλωσε και όλων τα μάτια κοίταξαν ψηλά. Ο Χούμα άκουσε τον Καζ να στριφογυρίζει βρίζοντας.
«Δράκος!»
Ένα σύννεφο σκόνης σηκώθηκε απότομα τυφλώνοντας τον Χούμα, που γυρνούσε κι εκείνος. Άκουσε το πλατάγισμα των πελώριων φτερών καθώς ο δράκος ετοιμαζόταν να προσγειωθεί. Με τη σκέψη του είδε έναν από τους φονικούς μαύρους δράκους ή ίσως κάποιον τεράστιο κόκκινο, έτοιμο να τους τσακίσει όλους. Το σπαθί του θα ήταν λιγότερο κι από άχρηστο.
Πριν καν κατακαθίσει η σκόνη, ο Καζ άρχισε την επίθεσή του. Δράκος του Φωτός ή δράκος του Σκότους, καθόλου δεν τον ένοιαζε. Ό,τι κι αν ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση, ο ίδιος δεν είχε κανένα μέλλον. Το μόνο που έλπιζε ήταν να προλάβει να κάνει λίγη ζημιά στο θηρίο πριν εκείνο τον κάνει λιώμα. Ο μινώταυρος έβγαλε μια πολεμική κραυγή κι άρχισε να τρέχει περιστρέφοντας το τσεκούρι πάνω από το κεφάλι του. Τη στιγμή που τον χτυπούσε ο Καζ, ο Χούμα είδε το δράκο για πρώτη φορά.