Выбрать главу

Αν και ποτέ δεν είχε ισχύ κάτι τέτοιο όσο ζούσε ο Βίνους Σολάμνους, το Τάγμα του Ρόδου έγινε τάγμα της αφοσίωσης. Αν και όλοι οι ιππότες ισχυρίζονταν ότι προέρχονταν από βασιλικό αίμα, το Τάγμα του Ρόδου ήταν ανοιχτό μόνο σε εκείνους που είχαν το «καθαρότερο» αίμα από όλους. Αυτό τον κανόνα δεν τον αψηφούσε ποτέ κανείς, κι ας ερχόταν σε αντίθεση με όλες τις διδαχές του Πάλανταϊν.

Ο πόλεμος είχε αποτελματωθεί με το χειρότερο τρόπο. Άντρες, δράκοι, ογκρ, γκόμπλιν – οι απώλειες μεγάλωναν, τα νεκροφάγα πλάσματα θρέφονταν καλά, ξέσπασαν οι πρώτοι λοιμοί…

«Δεν πίστευα…» Η φωνή της ασημένιας δράκαινας έσβησε. Ο Χούμα δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο γρήγορα απλωνόταν η καταστροφή σε μια μέχρι πρότινος ακόμα άθικτη περιοχή. Από κάτω τους όμως, τρομακτικά ρεαλιστική, υπήρχε η μαρτυρία.

Δάση ολόκληρα από αρχαία, περήφανα δέντρα είχαν ξεριζωθεί από τη γη – είτε από δράκους είτε από μάγους. Οι αγροί δεν ήταν παρά μεγάλοι σωροί από ανασκαμμένο χώμα, γεμάτοι βαριές πατημασιές. Οι νεκροί κείτονταν ανά χιλιάδες, ιππότες και ογκρ μαζί, αν και τα τελευταία φαίνονταν περισσότερα – ή μήπως αυτή δεν ήταν παρά η τυφλή ελπίδα του Ιππότη της Σολάμνια;

Το πρόσωπο του Χούμα χλόμιασε. Κοίταξε τους σκορπισμένους ολόγυρα νεκρούς και ύστερα σκέπασε τα μάτια του μέχρι να ξαναβρεί την αυτοκυριαρχία του.

«Μάταιος αγώνας» του φώναξε ο Καζ στο αυτί. Ο μινώταυρος είχε ξεχάσει το φόβο του για την πτήση εξαιτίας του μεγάλου ενδιαφέροντος του για τη μάχη. «Ο Κράινους διαλέγει τα θύματά του, και οι αρχηγοί του ανταποδίνουν τη χάρη με μικρές δαγκωματιές. Κανείς δε θα βγει κερδισμένος.»

Τα λόγια του έκαναν τον Χούμα να σφιχτεί. Ο Καζ δεν μπορούσε να τα βάλει με την ίδια του τη φύση. Για εκείνον η μάχη δεν ήταν παρά μια μελέτη ικανότητας και θέσης. Ακόμα κι αν τον αφορούσε προσωπικά, ο ίδιος θα σκεφτόταν στρατηγικές και τακτικές. Ακόμα και το τσεκούρι του ούρλιαζε στον αέρα.

Η ασημένια δράκαινα έστρεψε το κεφάλι της προς το μέρος τους. «Είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να προσγειωθούμε εδώ. Φαίνεται πως το Κάιρ έχει χαθεί και για τις δύο πλευρές. Αυτή η γη δε θα θρέψει κανένα.»

Ο Χούμα τρεμόπαιξε τα βλέφαρά του. «Υπάρχει ελπίδα λοιπόν. Οι γραμμές ανεφοδιασμού των ογκρ πρέπει να είναι πολύ αραιές. Οι ιππότες φαίνονται πιο σίγουροι έτσι.»

«Αλλά η δύναμή τους δεν είναι τόσο μεγάλη όσο των ογκρ» τον διέκοψε ο μινώταυρος.

Τόση ένταση τους είχε προκαλέσει ο όλεθρος στο έδαφος που κανείς τους δεν πρόσεξε τις μεγάλες, σκούρες μορφές που έρχονταν πάνω-κάτω προς το μέρος τους. Ο Καζ ήταν αυτός που τις εντόπισε. Έσφιξε ξαφνικά τον ώμο του Χούμα. Ο Χούμα έστρεψε το κεφάλι και ακολούθησε το βλέμμα του Καζ.

«Δράκοι!» φώναξε στο ασημένιο ερπετό που τους μετέφερε. «Έξι τουλάχιστον!»

Καθώς πλησίαζαν, ο Χούμα άρχισε να ξεχωρίζει καλύτερα σχήματα και χρώματα. Κόκκινοι – με αρχηγό έναν μαύρο; Στένεψε τα μάτια του και διαπίστωσε ότι έτσι ήταν. Ένας πελώριος μαύρος δράκος – με έναν αναβάτη. Το ίδιο και οι υπόλοιποι!

«Δεν μπορώ να τους πολεμήσω όλους» είπε η ασημένια δράκαινα. «Μόλις πλησιάσουμε στη γη, πηδήξτε. Θα προσπαθήσω να τους παρασύρω μακριά.»

Η ασημένια δράκαινα πέταξε σύρριζα στα δέντρα, προσπαθώντας να βρει κάποιο σημείο κατάλληλο για προσγείωση πριν τους πλησιάσουν οι φονικοί τους αντίπαλοι.

«Πηδήξτε μόλις σας πω! Έτοιμοι;»

«Με λυπεί να φεύγω από μια μάχη, ακόμα κι ανάμεσα στα σύννεφα. Δεν υπάρχει τρόπος να βοηθήσουμε, Χούμα;»

Ο Χούμα είχε το πρόσωπό του γυρισμένο αλλού. «Όχι, καλύτερα να πηδήσουμε.»

«Όπως θες.»

Πέρασαν πάνω από κάτι που κάποτε ήταν ένα αγροτόσπιτο. Τώρα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένας χαμηλός τοίχος από τούβλα που σχημάτιζε ένα ακανόνιστο ορθογώνιο. Πιο πέρα όμως το έδαφος ήταν καθαρό.

«Κόβω ταχύτητα! Ετοιμαστείτε!»

Πήραν θέσεις.

«Τώρα!»

Ο Καζ κινήθηκε πρώτος. Έπεσε σαν να τον είχε χτυπήσει κατάστηθα ένα βέλος. Τα νύχια της δράκαινας ακούμπησαν απαλά τη γη καθώς γλιστρούσε σε μια καινούρια στροφή.

Ο Χούμα έγειρε για να πηδήσει – και δίστασε.

«Τι κάνεις εκεί;» ούρλιαξε η ασημένια δράκαινα βλέποντας τους έξι δράκους να πλησιάζουν.

«Δεν μπορείς να τους πολεμήσεις μόνος!»

«Μην είσαι ανόητος!»

«Πολύ αργά» της φώναξε βιαστικά.

Κάθε δράκος μετέφερε μια ψηλή, δυσοίωνη μορφή ντυμένη με λιτή, εβένινη πανοπλία. Τα πρόσωπά τους κρύβονταν πίσω από την προσωπίδα της περικεφαλαίας τους. Αν ήταν άνθρωποι, ογκρ ή κάτι άλλο, ο Χούμα δεν μπορούσε να το ξέρει.

Ο αναβάτης του τρομερού μαύρου δράκου, μια τεράστια μορφή που έκανε τον Χούμα να μοιάζει με νάνο, έγνεψε στους άλλους. Οι κόκκινοι τραβήχτηκαν και περίμεναν. Ο μαύρος δράκος τσίριξε ανυπόμονα καθώς τον πρόγκιξε ο καβαλάρης του.