Выбрать главу

Το οπλισμένο του χέρι τρεμούλιασε – τόσο από τις σκέψεις του όσο και από την άβολη στάση που το κρατούσε τόση ώρα. Το τέρας περίμενε υπομονετικά σαν να ήταν έτοιμο, και για τη λευτεριά, και για το θάνατο. Τελικά η ηρεμία και η εμπιστοσύνη με την οποία αντιμετώπιζε το σωτήρα του ο πρώην αιχμάλωτος έκανε τον Χούμα να πάρει την απόφασή του. Αργά και προσεκτικά, έβαλε το σπαθί του στο θηκάρι του.

«Ποιος είχε τα κλειδιά;»

Ο μινώταυρος έπεσε στα γόνατα. Η ανάσα του έβγαινε σφυριχτή, σαν ταύρος έτοιμος να ορμήσει. «Αυτός που έριξα πάνω στους άλλους. Αυτός πρέπει να τα έχει. Δεν είδα κανένα κλειδί. Δεν τα χρειάζονταν. Στο κάτω-κάτω, γιατί να με λευτερώσουν;»

Όσο ξεκουραζόταν ο λιποτάκτης, ο Χούμα πλησίασε το γκόμπλιν και άρχισε να ψάχνει τα πολυάριθμα πουγκιά που κρέμονταν από τη μέση του. Καθένα τους περιείχε ένα μεγάλο αριθμό αντικειμένων και πολλά από αυτά ήταν αηδιαστικά πολεμικά τρόπαια. Γνωρίζοντας βέβαια τα γκόμπλιν, αυτά θα πρέπει να ήταν λάφυρα από πεθαμένους. Μερικά δεν ήταν αναγνωρίσιμα. Σε ένα πουγκί βρήκε τα κλειδιά.

Τα μάτια του μινώταυρου ήταν κλειστά και ο Χούμα φοβήθηκε ότι τελικά κάποιο από τα γκόμπλιν του είχε καταφέρει κάποιο θανάσιμο τραύμα. Ωστόσο, ακούγοντας το κουδούνισμα των κλειδιών, το μεγαλόσωμο πλάσμα άνοιξε τα μάτια του.

«Σ’ ευχαριστώ» είπε όταν ο Χούμα του έλυσε και τους δυο καρπούς. «Μα τις είκοσι γενιές των προγόνων μου, δε θα βρω ανάπαυση μέχρι να σ’ το ξεπληρώσω. Σου τ’ ορκίζομαι.»

«Δε χρειάζεται. Ήταν καθήκον μου.»

Κατά κάποιον τρόπο, ο μινώταυρος κατάφερε να πάρει μια πολύ ανθρώπινη έκφραση αμφιβολίας. «Παρ’ όλα αυτά, εγώ θα τιμήσω τον όρκο μου όπως θεωρώ σωστό. Κανείς να μην μπορεί να πει ότι ο Καζ είναι κατώτερος των προγόνων του.»

Ο Χούμα σηκώθηκε. «Μπορείς να περπατήσεις;»

«Δώσ’ μου ένα λεπτό.» Ο Καζ κοίταξε γοργά γύρω του. «Άλλωστε, δεν έχω καμιά όρεξη να βρεθώ στην ανοιχτή ύπαιθρο απόψε. Θα προτιμούσα κάποιο καταφύγιο.»

«Καταφύγιο από τι;» Ο Χούμα δεν μπορούσε να φανταστεί τι ήταν ικανό να φοβίσει έναν τόσο δυνατό πολεμιστή, εκτός κι αν επρόκειτο για δράκο ή για κάποιο πλάσμα ανάλογων διαστάσεων.

Ο Καζ σηκώθηκε αργά. «Ο αρχηγός ήταν ο τωρινός ευνοούμενος του πολέμαρχου. Φοβάμαι μήπως έχει ξαμολήσει τα ζωάκια του.»

«Δεν καταλαβαίνω.»

Ξαφνικά ο μινώταυρος έστρεψε την προσοχή του στην απόκτηση ενός αξιοπρεπούς όπλου. Εντόπισε το πεσμένο τσεκούρι του πρώτου αντιπάλου του Χούμα, το σήκωσε και το δοκίμασε. «Ωραία. Έργο νάνων μάλλον.» «Ας ελπίσουμε ότι δε χρειάζεται» απάντησε στον Χούμα. «Δε νομίζω πως θα επιζούσε κανείς από τους δυο μας από κάτι τέτοιο.»

Στα χέρια του γκόμπλιν το τσεκούρι φαινόταν μεγάλο. Ο Καζ όμως το κράδαινε με την ευκολία κάποιου που είναι συνηθισμένος σε πολύ μεγαλύτερα όπλα. Το τσεκούρι ήταν φτιαγμένο για να δουλεύεται και με τα δύο χέρια. Ο μινώταυρος το κρατούσε με το ένα.

«Προς τα πού σκόπευες να πας;»

«Βόρεια.»

«Στο Κάιρ;»

Ο Χούμα δίστασε. Ήξερε ότι πολλοί ιππότες, ακόμη κι ο Μπένετ, δε θα λευτέρωναν ποτέ ένα τέτοιο πλάσμα από τα δεσμά του. Θα το σημάδευαν με το σπαθί τους σ’ ολόκληρη τη διαδρομή μέσα στην ερημιά. Και, ασφαλώς, δε θα του έλεγαν ποτέ τον τελικό προορισμό τους. Αν ο υποτιθέμενος αιχμάλωτος ήταν στην πραγματικότητα κατάσκοπος, ένα τέτοιο ολίσθημα της γλώσσας θα αποδεικνυόταν μοιραίο για πολύ περισσότερους από τον Χούμα. Ο Καζ όμως φαινόταν άτομο με αίσθηση της τιμής.

Ο Χούμα συγκρατήθηκε μονάχα για μια στιγμή και ύστερα έγνεψε καταφατικά. «Ναι, στο Κάιρ. Ελπίζω να ξαναβρώ τους συντρόφους μου.»

Ο μινώταυρος πέρασε το τσεκούρι πάνω από τον ώμο του και το στερέωσε σ’ αυτό το οποίο ο Χούμα διαπίστωσε πως ήταν ένα λουρί που εξυπηρετούσε αυτόν ακριβώς το σκοπό. Ήταν το ένα από τα δύο μόνο ρούχα που φορούσε ο Καζ – το δεύτερο ήταν ένα είδος φούστας ή μεγάλου πανιού για τη μέση.

«Φοβάμαι πως το Κάιρ δεν είναι η πιο σωστή επιλογή αυτή τη στιγμή, αλλά δε θα προσπαθήσω να σε μεταπείθω.»

«Γιατί;»

Ο Καζ έκανε ένα μορφασμό σαν απομίμηση ανθρώπινου χαμόγελου, γεμάτου ανυπομονησία. «Τώρα το Κάιρ είναι στην πρώτη γραμμή. Τα ξαδέρφια μου, τα ογκρ, πρέπει να βρίσκονται εκεί – ακόμα και τώρα που μιλάμε.» Γέλασε πνιχτά κι ακούστηκε ξανά σαν ταύρος που ρουθουνίζει. «Θα είναι λαμπρή μάχη. Μακάρι να ήμουν εκεί.»

Ο Χούμα μόρφασε μπροστά στη φανερή ευχαρίστηση που έβρισκε στους σκοτωμούς ο καινούριος του σύντροφος. Ήταν προφανές ότι κάποιες από τις ιστορίες σχετικά με τους μινώταυρους ήταν αληθινές.