«Όλο το παλάτι θα το έχει καταλάβει».
Η Βαλεντίνα ξεροκατάπιε προσπαθώντας να βρει κάτι να πει.
«Γιενς, Σ’ ευχαριστώ που μου έδειξες ταστέρια απόψε».
Εκείνος κοίταξε το λαμπροφωτισμένο παλάτι, κάτι θέλησε να πει, το μετάνιωσε και υποκλίθηκε ελαφρά.
«Η χαρά ήταν όλη δική μου».
Γιατί τόση τυπικότητα ξαφνικά; Το πρόσωπο του δεν ήταν ίδιο μεκείνο που είχε σκύψει πάνω της εκεί στο δάσος. Τόσο πολύ αλλάζουν κάποιον οι αυλικές γιορτές; «Σου εύχομαι καλή τύχη με τις σήραγγες σου». Δεν ήξερε τι άλλο να του πει.
«Σ’ ευχαριστώ».
«Να σου πω κάτι;»
«Παρακαλώ».
«Ξέρω τόσα από σήραγγες, όσα ξέρεις εσύ από άστρα».
Η μακριά κομψή μύτη του σούφρωσε.
«Μπορεί να μην ξέρω από χημεία και βιολογία, αλλά από αστρονομία ξέρω», συνέχισε η Βαλεντίνα.
Ήθελε να τον κάνει να γελάσει, αλλά εκείνος την κοίταζε ερευνητικά.
«Τι στην ευχή σου χρειάζονται η χημεία κι η βιολογία;»
«Σκοπεύω να γίνω νοσοκόμα».
Εκείνος δεν έβαλε τα γέλια. Κι η Βαλεντίνα ένιωσε ευγνωμοσύνη γι’ αυτό. Όπως την κοίταζε εξεταστικά, τα πράσινα μάτια του γέμιζαν σκιές. Η ανάσα του έγινε βαριά.
«Έχω ένα φίλο γιατρό», μίλησε διαλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις. «Μου λέει ότι η νοσοκόμα για να τα βγάλει πέρα με τα αίματα και τις πληγές πρέπει να είναι σκληρή. Η δουλειά είναι βαριά».
«Ξέρω να δουλεύω σκληρά».
Τα χείλη του μισάνοιξαν σένα λοξό χαμόγελο.
«Σε πιστεύω», της είπε.
«Δεν θα λιποθυμήσω στη θέα του αίματος. Και μπορώ να γίνω σκληρή».
«Γι’ αυτό δεν είμαι και πολύ σίγουρος».
«Πίστεψε με, μπορώ να το κάνω».
Δεν της πήγε κόντρα. Κι εκείνη υψώνοντας το σαγόνι τράβηξε προς την είσοδο του ανακτόρου.
«Βαλεντίνα!»
Στράφηκε και τον είδε ακίνητο, ψηλό σαν κατάρτι με τα ρούχα του να ανεμίζουν στο βοριά.
«Μπορώ να σεπισκεφτώ;»
Χωρίς νάζια και προσποιήσεις η Βαλεντίνα του απάντησε αμέσως.
«Μπορείς».
«Πέρασα ωραία απόψε».
«Ακόμα κι όταν μας πυροβολούσαν;»
«Ιδίως τότε».
Η Βαλεντίνα κατάλαβε πολύ καλά τι εννοούσε.
Τεράστια χάλκινα μαγκάλια έκαιγαν έξω από το ανάκτορο Ανιτσκόφ κι οι φλόγες τους έγλειφαν πορτοκαλιές το σκοτάδι. Εκατοντάδες αμαξάδες με τα γένια τους γεμάτα παγοκρύσταλλα στέκονταν γύρω τους ζεσταίνοντας τα χέρια τους κι απομακρύνονταν μόνο όταν τους καλούσαν ταφεντικά τους για να φύγουν.
Ο Αρκίν κοίταζε τις γούνες και τις τιάρες που κατέβαιναν τα σκαλιά του παλατιού. Τόσο ακριβά όλα, τόσο επίδεικτικά, τόσο άχρηστα. Όλες αυτές οι γυναίκες ήταν σαν πεταλούδες που δεν άξιζε να μπεις στον κόπο να τις λιώσεις. Αντίθετα, υπήρχαν γυναίκες σαν εκείνη του Σεργκέγιεφ που, αν και ετοιμόγεννη, δούλευε σαν σκλάβα για να μπορέσει να ζήσει. Δεν είχαν συνείδηση τούτες εδώ οι πεταλούδες; Απόψε, ωστόσο, ο Αρκίν δεν ενδιαφερόταν για τις γυναίκες που βρίσκονταν εδώ, αλλά για τους άντρες. Έναν άντρα ιδιαίτερα.
Τον πρωθυπουργό Στολίπιν.
Ο Αρκίν είχε φορέσει τη στολή του σοφέρ κι ας μην ήταν στο χορό ο υπουργός Ιβάνοφ. Με τη στολή περνούσε απαρατήρητος ανάμεσα στους άλλους σοφέρ και αμαξάδες ήταν άλλη μια απτις σκιές που τριγύριζαν στις παγωμένες όχθες του Νέβα.
Το περιστατικό στο δάσος είχε κάνει τα νεύρα του να τεντωθούν. Μήπως ήταν ένας οιωνός που ήθελε να πει ότι τα πράγματα θα πήγαιναν στραβά απόψε; Πρώτη φορά τους είχαν πιάσει να μεταφέρουν όπλα, άσε που ποτέ του δεν ένιωθε άνετα στην ύπαιθρο. Δυο σφαίρες στα γρήγορα, δυο πτώματα στο χιόνι και κανείς δεν θα μιλούσε. Η Αστυνομία όμως θα έκανε έρευνες και θα εντόπιζε τα ίχνη του κάρου στο χιόνι, ανάμεσα στα δέντρα. Όχι. Έφταναν οι προειδοποιητικές βολές που είχε ρίξει πάνω απτα κεφάλια των παραχαϊδεμένων επιβατών του έλκηθρου. Έσφιξε τα δόντια και είπε μέσα του πως δεν πίστευε στους οιωνούς.
Ένα μουρμουρητό απλώθηκε γύρω απτα μαγκάλια κι ο Αρκίν τινάχτηκε και πλησίασε σιωπηλά στο παλάτι. Κάποιο σημαντικό πρόσωπο έφευγε από το χορό κι όλοι οι αμαξάδες είχαν στραφεί και κοίταζαν. Η ψηλή μορφή του πρωθυπουργού Πιοτρ Στολίπιν κατέβαινε τα σκαλιά, μαζί με άλλα τρία άτομα: Δυο νέους άντρες με λαμπερές στολές και μια όμορφη νέα με ξανθά, σχεδόν λευκά, μαλλιά και μεγάλο γελαστό στόμα. Μα ο Αρκίν έβλεπε μόνο τον Στολίπιν.
Έπιασε το σακούλι που κρεμόταν απ’ τη ζώνη του, κάτω από το σακάκι της στολής του. Είναι μια. πολιτική ενέργεια, είπε μέσα του. Πολιτική. Ο άνθρωπος αυτός τρομοκρατεί το λαό της Ρωσίας. Εξήντα χιλιάδες. Εξήντα χιλιάδες! Τόσοι ήταν οι πολιτικοί κρατούμενοι που χε στείλει στο εκτελεστικό απόσπασμα ή σε καταναγκαστικά έργα μέσα στα πρώτα τρία χρόνια της πρωθυπουργίας του.