Είχε κάτσει στο πίσω μέρος της βάρκας του και χτυπούσε το δάπεδό της με τα τακούνια των παπουτσιών του περιμένοντας την απάντησή μου. Εγώ, πολύ απλά του είπα:
«Δεν είναι για τον Ερίκ που έρχομαι εδώ!…»
«Για ποιον έρχεσαι τότε;»
«Ξέρεις πολύ καλά. Για την Κριστίν Ντααέ!»
Μου απάντησε:
«Έχω κάθε δικαίωμα να συναντιέμαι μαζί της στο σπίτι μου. Μ' αγαπά γι' αυτό που είμαι».
«Δεν είναι αλήθεια», είπα. «Την απήγαγες και την κρατάς αιχμάλωτη!»
«Άκουσε με», μου είπε. «Μου υπόσχεσαι να μην ασχοληθείς ποτέ ξανά με τη ζωή μου αν σου αποδείξω πως μ' αγαπά γι' αυτό που είμαι;»
«Ναι, στο υπόσχομαι», του απάντησα χωρίς να διστάσω, γιατί ήμουν σίγουρος πως ήταν αδύνατον να συμβαίνει κάτι τέτοιο, πως ήταν αδύνατον ν' αγαπά κανείς ένα τέτοιο τέρας.
«Ε, να λοιπόν! Είναι πάρα πολύ απλό!… Η Κριστίν Ντααέ θα βγει από δω όπως και όποτε θέλει και θα ξαναγυρίσει!… Ναι, θα ξαναγυρίσει, γιατί έτσι θα θελήσει, γιατί αυτή θα είναι η επιθυμία της… Θα ξαναγυρίσει μόνη της, γιατί μ' αγαπά γι' αυτό που είμαι!…»
«Α! πολύ αμφιβάλλω αν θα ξανάρθει!… Ωστόσο, έχεις καθήκον να την αφήσεις να φύγει».
«Καθήκον! Απερίγραπτο χαζοπούλι! (κατά λέξη). Δεν είναι καθήκον μου, είναι η θέλησή μου… Θέλω να την αφήσω να φύγει και αυτή θέλει να ξανάρθει… γιατί μ' αγαπά!… Όλ' αυτά, στο λέω… θα τελειώσουν μ' ένα γάμο… ένα γάμο στη Μαντλέν… απίθανο χαζοπούλι! (κατά λέξη). Με πιστεύεις επιτέλους; Αφού σου λέω πως έχω ήδη γράψει τη λειτουργία μου για το γάμο… θα δεις αυτό το Κύριε.…»
Χτύπησε ξανά τα τακούνια των παπουτσιών του στο ξύλο της βάρκας, δημιουργώντας ένα ρυθμικό ήχο που τον συνόδευε με μια σιγανή φωνή τραγουδώντας: «Κύριε!… Κύριε!… Κύριε Ελέησον!… Θα τη δεις… θα τη δεις αυτήν τη λειτουργία!»
«Άκουσε», κατάληξα, «θα σε πιστέψω όταν δω την Κριστίν Ντααέ να βγαίνει από το σπίτι της Λίμνης και να επιστρέφει από μόνη της!»
«Και δε θ' ανακατευτείς ξανά στη ζωή μου; Εντάξει; Καλά λοιπόν… θα τη δεις απόψε το βράδυ… Έλα στο χορό των μεταμφιεσμένων. Η Κριστίν και γω θα πάμε… Μετά, θα πας να κρυφτείς στην αποθήκη και θα δεις πως η Κριστίν, που στο μεταξύ θα 'χει γυρίσει στο καμαρίνι της, δε θα επιθυμεί τίποτα περισσότερο από το να ξαναπάρει το δρόμο των κομμουνάρων».
«Σύμφωνοι!»
Πραγματικά, αν παραβρισκόμουν σε κάτι τέτοιο δε θα 'χα παρά να υποκλιθώ, γιατί ένας πολύ όμορφος άνθρωπος έχει πάντα το δικαίωμα ν' αγαπήσει το φριχτότερο τέρας, ιδιαίτερα όταν, όπως συμβαίνει εδώ, το τέρας αυτό έχει όλη τη γοητεία της μουσικής και ο πολύ όμορφος άνθρωπος είναι μια τραγουδίστρια.
«Και τώρα φύγε! πρέπει να πάω να κάνω τα ψώνια μου!…»
Έφυγα λοιπόν όμως, εξακολουθούσα να σκέφτομαι και ν' ανησυχώ. Σκεφτόμουν: «Πώς θα τελειώσουν όλ' αυτά; Κι ενώ από φύση μου είμαι αρκετά μοιρολάτρης, δεν μπορούσα να μη νιώθω αγωνία στη σκέψη πως ανάλαβα μια τεράστια ευθύνη την ημέρα που έσωσα τη ζωή αυτού του τέρατος, που σήμερα απειλεί πολλά, από τα μέλη της ανθρώπινης φυλής.
Προς μεγάλη μου έκπληξη, τα πράγματα έγιναν όπως ακριβώς μου τα 'χε πει. Η Κριστίν Ντααέ βγήκε από το σπίτι της Λίμνης και ξαναγύρισε σ' αυτό πολλές φορές δίχως, απ' ό,τι φαινόταν τουλάχιστον, να την υποχρεώνει κανείς. Αποφάσισα να μην απασχολώ άλλο το μυαλό μου μ' αυτό το ερωτικό μυστήριο αλλά, δεν τα κατάφερνα να μη σκέφτομαι οτιδήποτε είχε σχέση με τον Ερίκ. Εν πάση περιπτώσει, τελικά, παίρνοντας απόφαση να μη φερθώ επιπόλαια δεν επιχείρησα ξανά να πάω στις όχθες της λίμνης, ούτε να πάρω το δρόμο των κομμουνάρων. Όμως, η ιδέα ενός άλλου περάσματος από το τρίτο υπόγειο με καταδίωκε κι έτσι πήγα πολλές φορές σ' αυτό το μέρος που τις πιο πολλές ώρες της μέρας είναι έρημο. Περνούσα ατέλειωτες ώρες εκεί στριφογυρνώντας τα δάχτυλά μου, κρυμμένος πίσω από ένα σκηνικό του Βασιλιά της Λαχόρης, που και γω δεν ξέρω για ποιο λόγο βρισκόταν εκεί, αφού το Βασιλιά της Λαχόρης τον έπαιζαν εξαιρετικά σπάνια. Τόση υπομονή δεν μπορούσε παρά ν' ανταμειφθεί. Μια μέρα, είδα να 'ρχεται προς το μέρος μου, γονατιστό το τέρας. Ήμουν σίγουρος πως δεν μπορούσε να με δει. Πέρασε ανάμεσα στο σκηνικό που βρισκόταν εκεί και ένα τρίποδο, προχώρησε ως το τοίχωμα, κάτι έκανε, σ' ένα σημείο που μπόρεσα να εντοπίσω, και μια πέτρα μετακινήθηκε ανοίγοντας ένα πέρασμα. Το τέρας εξαφανίστηκε μέσα σ' αυτό το πέρασμα και η πέτρα ξανάκλεισε πίσω του. Τώρα, ήξερα το μυστικό του τέρατος· ένα μυστικό που όποτε το θελήσω θα με οδηγήσει στην κατοικία της Λίμνης.
Για να σιγουρευτώ, περίμενα στην ίδια θέση τουλάχιστον για μισή ώρα ακόμη. Έπειτα, πήγα και γω με τη σειρά μου να «πειράξω» εκείνο το μέρος του τοίχου. Όλα συνέβησαν όπως και με τον Ερίκ. Ωστόσο, δεν τόλμησα να μπω στην τρύπα, όσο ήξερα πως ο Ερίκ ήταν σπίτι του. Από την άλλη, η ιδέα πως από στιγμή σε στιγμή ο Ερίκ θα μπορούσε να με βρει εκεί, μου 'φερε ξαφνικά στο νου το θάνατο του Ζοζέφ Μπικέ και καθώς δεν ήθελα με κανέναν τρόπο να βάλω σε κίνδυνο μια τέτοια ανακάλυψη που θα μπορούσε να φανεί χρήσιμη σε πολλά μέλη της ανθρώπινης φυλής, εγκατάλειψα τα υπόγεια της Όπερας, αφού ξανάβαλα πολύ προσεχτικά την πέτρα στη θέση της, ακολουθώντας ένα σύστημα που είναι τόσο παλιό όσο και η Περσία.