Η φάρσα παρατράβηξε. Ο Ρισάρ ρώτησε μισοαστεία μισοσοβαρά: «Μα, επιτέλους, τι θέλει αυτό το φάντασμα;»
Ο κύριος Πολινιύ προχώρησε προς το γραφείο του και επέστρεψε κρατώντας ένα αντίγραφο του καταστατικού της Όπερας. Το καταστατικό αρχίζει με τα παρακάτω λόγια:
«Η διεύθυνση της Όπερας υποχρεούται να δώσει στις παραστάσεις της εθνικής Ακαδημίας μουσικής τη λαμπρότητα που αρμόζει στην πρώτη λυρική γαλλική σκηνή» και τελειώνει με το άρθρο 98, διατυπωμένο ως εξής:
«Το παρόν προνόμιο μπορεί ν' αφαιρεθεί στις περιπτώσεις που:
1ο: Ο διευθυντής παραβεί τις υποχρεώσεις που έχουν συμφωνηθεί και καταγραφεί στο παρόν καταστατικό».
Ακολουθούν οι διατάξεις των υποχρεώσεων.
Αυτό το αντίγραφο, γράφει ο κύριος Μονσαρμέν, ήταν γραμμένο με μαύρο μελάνι και σε απόλυτη συμφωνία με εκείνο που είχαμε και μεις.
Όμως, στο τέλος του αντίγραφου που μας έδειχνε ο κύριος Πολινιύ, υπήρχε μια παράγραφος, γραμμένη με κόκκινο μελάνι, μ' ένα γραφικό χαραχτηρα παράξενο και ταραγμένο, λες και κάποιος είχε γράψει με την άκρη ενός σπίρτου. Έμοιαζε με γραφή παιδιού, που ακόμη δεν είχε μάθει να ενώνει τα γράμματα. Αυτή η παράγραφος που προέκτεινε μ' έναν τόσο περίεργο τρόπο το άρθρο 98, έλεγε κατά λέξη:
5ο: Αν ο διευθυντής καθυστερήσει πάνω από δεκαπέντε μέρες να δώσει το μισθό που οφείλει στο Φάντασμα της Όπερας, μισθό που μέχρι νεότερη διαταγή ορίζεται στο ποσόν των 20.000 φράγκων, δηλαδή 240.000 φράγκα το χρόνο.
Ο κύριος Πολινιύ μας έδειξε διστακτικά αυτήν την τελευταία παράγραφο που σίγουρα μας αιφνιδίασε.
«Αυτό είναι όλο; Δε ζητά τίποτε άλλο;» ρώτησε ο Ρισάρ με τη μεγαλύτερη δυνατή ψυχραιμία.
«Όχι, δεν είναι μόνο αυτό», απάντησε ο Πολινιύ.
Ξεφύλλισε το καταστατικό και διάβασε:
«Άρθρο 63: Το μεγάλο θεωρείο της δεξιάς μεριάς, No 1, προορίζεται για τον αρχηγό του Κράτους. Το θεωρείο No 20, τις Δευτέρες και το No 30 τις Τρίτες και τις Παρασκευές, είναι στη διάθεση του υπουργού. Το δεύτερο θεωρείο No 27, προορίζεται καθημερινά για τους ιθύνοντες της αστυνομίας».
Στο τέλος αυτού του άρθρου ο κύριος Πολινιύ μας έδειξε μια γραμμή που είχε προστεθεί με κόκκινο μελάνι.
Το πρώτο θεωρείο No 5, σε όλες τις παραστάσεις, βρίσκεται στη διάθεση του φαντάσματος της Όπερας.
Μετά απ' αυτό το τελευταίο «χτύπημα», δεν μπορέσαμε παρά να σηκωθούμε και να σφίξουμε θερμά τα χέρια των δύο προκατόχων μας, συγχαίροντας τους για τη θαυμάσια φάρσα τους, που αποδείκνυε πως η παλιά καλή γαλλική ευθυμία εξακολουθούσε να βρίσκεται σε πλήρη άνθηση. Ο Ρισάρ μάλιστα θεώρησε πως έπρεπε να προσθέσει ότι «τώρα καταλάβαινε γιατί οι κύριοι Ντεμπιέν και Πολινιύ εγκατέλειπαν την εθνική Ακαδημία μουσικής. Η παρουσία ενός τόσο απαιτητικού φαντάσματος έκανε αυτή τη δουλειά πολύ δύσκολη πια».
«Φυσικά», είπε ο κύριος Πολινιύ με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα, «240.000 φράγκα δε βρίσκονται έτσι εύκολα, και φαντάζεστε τι μας κοστίζει η ενοικίαση του πρώτου θεωρείου No 5, που πρέπει να κρατιέται πάντα για το φάντασμα; Δίχως να λογαριάσουμε πως αυτά τα έξοδα δεν μπορούσαμε να τα δικαιολογήσουμε, αλλά έπρεπε να τα παρουσιάζουμε ως έσοδα! Έτσι, πληρώναμε απ' την τσέπη μας! Πραγματικά, δεν είναι δυνατόν να δουλεύουμε για τη συντήρηση των φαντασμάτων!… Προτιμάμε να φύγουμε!»
«Ναι», απάντησε ο κύριος Ντεμπιέν. «Προτιμάμε να φύγουμε! Πάμε λοιπόν!»
Σηκώθηκε.
Ο Ρισάρ είπε:
«Μα, επιτέλους, μου φαίνεται πως παραείσαστε καλοί μ' αυτό το φάντασμα. Αν εγώ είχα να κάνω μ' ένα τόσο ενοχλητικό φάντασμα δε θα δίσταζα να πω στην αστυνομία να το συλλάβει…»
«Μα πού; Πώς;» φώναξαν κι οι δυο με μια φωνή. «Δεν το 'χουμε δει ποτέ!»
«Κι όταν έρχεται στο θεωρείο του;»
«Ποτέ δεν το έχουμε δει στο θεωρείο του».
«Ε, τότε νοικιάστε το».
«Να νοικιάσουμε το θεωρείο του φαντάσματος της Όπερας! Καλά λοιπόν κύριοι, δοκιμάστε να το κάνετε εσείς!»
Σ' αυτό το σημείο βγήκαμε κι οι τέσσερις απ' το γραφείο. Ο Ρισάρ και γω ποτέ δεν είχαμε διασκεδάσει τόσο πολύ.
4
ΤΟ ΘΕΩΡΕΙΟ No 5
Ο ΑΡΜΑΝ Μονσαρμέν έγραψε τόσο ογκώδη απομνημονεύματα που, τουλάχιστον όσο αφορά την αρκετά μεγάλη περίοδο που υπήρξε διευθυντής της Όπερας, εύλογα μπορεί ν' αναρωτηθεί κανείς αν κάποτε έβρισκε χρόνο ν' ασχοληθεί με την Όπερα, με άλλον τρόπο εκτός από την καταγραφή των όσων συνέβαιναν εκεί. Ο κύριος Μονσαρμέν δεν είχε ιδέα από μουσική, αλλά είχε πολύ στενές σχέσεις με τον υπουργό Δημόσιας Επιμόρφωσης και Καλών Τεχνών. Είχε ασχοληθεί λίγο με τη δημοσιογραφία και ήταν κάτοχος μιας σημαντικής περιουσίας. Τέλος, ήταν ένα γοητευτικό αγόρι, που διόλου δεν του έλειπε η εξυπνάδα, αφού, όταν αποφάσισε να γίνει διευθυντής της Όπερας, διάλεξε για συνεργάτη του κάποιον που πραγματικά θα μπορούσε να φανεί χρήσιμος ως διευθυντής: τον Φερμέν Ρισάρ.