Ο κύριος Μονσαρμέν, δεν μπόρεσε να κοιτάξει τον κύριο Ρισάρ χωρίς να χαμογελάσει. Όμως, ο κύριος Ρισάρ δε φαινόταν να 'χει διάθεση για χαμόγελα. Ήταν πολύ «μπασμένος» σε τέτοια κόλπα για να μην μπορέσει ν' αναγνωρίσει σ' αυτά, που με τη μεγαλύτερη αφέλεια του κόσμου έλεγε ο επιθεωρητής, όλα τα συμπτώματα ενός κακόγουστου αστείου απ' αυτά που συνήθως στην αρχή κάνουν τα θύματά τους να διασκεδάζουν, αλλά που, κατά κανόνα, καταλήγουν να τα εξαγριώνουν.
Ο κύριος επιθεωρητής, για να φανεί ευγενικός στον κύριο Μονσαρμέν που χαμογελούσε, θεώρησε καλό να χαμογελάσει κι αυτός. Ατυχές χαμόγελο! Το βλέμμα του κυρίου Ρισάρ κεραυνοβόλησε τον υπάλληλο, που βιάστηκε να επιδείξει ένα εξαιρετικά έκπληκτο πρόσωπο.
«Μα επιτέλους, όταν αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν», ρώτησε μουγκρίζοντας σχεδόν ο τρομερός Ρισάρ, «υπήρχε ή δεν υπήρχε κάποιος στο θεωρείο;»
«Δεν υπήρχε κανείς κύριε διευθυντά! Απολύτως κανείς! Ούτε στο δεξιό θεωρείο ούτε στο αριστερό! Κανείς, σας τ' ορκίζομαι! Βάζω το χέρι μου στη φωτιά! Αυτό αποδεικνύει πως επρόκειτο γι' αστείο».
«Και η ταξιθέτρια, τι είπε;»
«Ω! Για την ταξιθέτρια τα πράγματα είναι απλά. Είπε πως ήταν το φάντασμα της Όπερας. Τι να πει κανείς!»
Μ' αυτά τα λόγια ο επιθεωρητής χαχάνισε. Για μια ακόμη φορά όμως, κατάλαβε πως έκανε μέγα λάθος γιατί δεν πρόλαβε ν' αποτελειώσει τη φράση: «είπε πως ήταν το φάντασμα της Όπερας» και είδε τη φυσιογνωμία του κυρίου Ρισάρ, από κει που ήταν σκυθρωπή, να γίνεται άγρια.
«Να μου φέρουν αμέσως εδώ την ταξιθέτρια!» διέταξε… «Αμέσως! Όλοι οι άλλοι να φύγουν! Αμέσως!»
Ο επιθεωρητής πήγε να διαμαρτυρηθεί, όμως ο Ρισάρ του έκλεισε το στόμα μ' ένα «πάψτε» που δε σήκωνε δεύτερη κουβέντα. Μετά, όταν τα χείλια του δυστυχισμένου υφισταμένου έμοιαζαν να 'χουν κλείσει για πάντα, ο κύριος διευθυντής διέταξε να ξανανοίξουν.
«Μα τι είναι αυτό το “φάντασμα της Όπερας”;» αποφάσισε επιτέλους να ρωτήσει, μουγκρίζοντας πάντα.
Όμως, τώρα πια, ο επιθεωρητής ήταν εντελώς ανίκανος να πει το οτιδήποτε. Με μια απελπισμένη μιμική του 'δωσε να καταλάβει πως δεν είχε την παραμικρή ιδέα ή μάλλον πως δεν ήθελε να ξέρει τίποτα.
«Εσείς, έχετε δει ποτέ αυτό το φάντασμα της Όπερας;»
Μ' ένα δυναμικό κούνημα του κεφαλιού, ο επιθεωρητής απάντησε αρνητικά.
«Τόσο το χειρότερο!» δήλωσε ψυχρά ο κύριος Ρισάρ.
Ο επιθεωρητής άνοιξε τα μάτια του διάπλατα. Ήταν σχεδόν έτοιμα να βγουν απ' τις κόγχες τους, όταν κατάφερε να ρωτήσει γιατί, ο κύριος διευθυντής είπε αυτό το περίεργο: «Τόσο το χειρότερο!»
«Γιατί θέλω να κανονίσω τους λογαριασμούς μου μ' όλους αυτούς που δεν το 'χουν δει!» εξήγησε ο κύριος διευθυντής. «Αφού βρίσκεται παντού, δεν είναι δυνατόν να μην το βλέπουν πουθενά. Θα 'θελα να εκτελούν την υπηρεσία τους όπως πρέπει».
5
ΣΥΝΕΧΕΙΑ TOΥ «ΘΕΩΡΕΙΟΥ No 5»
ΜΕΤΑ απ' αυτά, ο κύριος Ρισάρ δεν ξανασχολήθηκε με τον επιθεωρητή. Συνέχισε να τακτοποιεί διάφορα ζητήματα με το διαχειριστή του που μόλις είχε μπει. Ο επιθεωρητής θεώρησε πως μπορούσε να φύγει κι εντελώς αθόρυβα, εντελώς αθόρυβα, ω Θεέ μου! ω! Θεέ μου! τόσο αθόρυβα… σχεδόν σερνάμενος, οπισθοχωρώντας, πλησίαζε την πόρτα, όταν ο κύριος Ρισάρ, αντιλαμβανόμενος την κίνηση του, τον κάρφωσε επιτόπου μ' ένα βροντερό: «Ακίνητος!»
Με τις φροντίδες του κυρίου Ρεμί βρήκαν την ταξιθέτρια, που ήταν θυρωρός στην οδό ντε Προβένς, δυο βήματα απ' την Όπερα. Δεν άργησε να έρθει.
«Πώς ονομάζεστε;»
«Κυρία Ζιρί. Με γνωρίζετε καλά κύριε διευθυντά. Είμαι η μητέρα της μικρής Ζιρί, της μικρής Μεγκ, τέλος πάντων!»
Αυτά ειπώθηκαν μ' ένα ύφος αυστηρό και επίσημο που αμέσως εντυπωσίασε τον κύριο Ρισάρ. Κοίταξε τη μαντάμ Ζιρί: ξεθωριασμένο σάλι, παλιά παπούτσια, παλιό φόρεμα από ταφτά, καπέλο στο χρώμα της στάχτης. Από τη στάση του κυρίου διευθυντή ήταν ολοφάνερο πως δε θυμόταν καθόλου την κυρία Ζιρί, ούτε τη μικρή Ζιρί, ούτε καν τη μικρή Μεγκ! Όμως, η μαντάμ Ζιρί ήταν τόσο περήφανη, που πίστευε πως δεν ήταν δυνατόν να μη γνωρίζει κανείς μια τόσο διάσημη ταξιθέτρια! (Νομίζω πως απ' τ' όνομα της βγήκε η έκφραση της αργκό των παρασκηνίων «ζιρίς». Παράδειγμα: κάποιος καλλιτέχνης κάνει παρατήρηση σ' έναν άλλον ότι φλυαρεί και περιαυτολογεί, τότε ο άλλος θα του πει «όλ' αυτά είναι ζιρίς»). Αυτή η ταξιθέτρια λοιπόν, φανταζόταν πως την ήξερε όλος ο κόσμος.
«Δε σας γνωρίζω!» είπε ο κύριος διευθυντής… «Αλλά, αυτό, μαντάμ Ζιρί, δεν μ' εμποδίζει να θέλω να μάθω τι ακριβώς σας συνέβη χτες το βράδυ κι αναγκαστήκατε, εσείς και ο κύριος επιθεωρητής, να φωνάξετε την αστυνομία…»
«Και γω ήθελα να σας δω, για να σας πω για τα χτεσινά, μόνο και μόνο για να μην τραβήξετε και εσείς αυτά που τράβηξαν οι κύριοι Ντεμπιέν και Πολινιύ… Κι αυτοί στην αρχή δεν ήθελαν να μ' ακούσουν…»