Выбрать главу

Ένα μουρμουρητό ακολούθησε αυτή την αφήγηση, στο τέλος της οποίας η μικρή Τζέημς έφτασε ασθμαίνοντας, λες και την καταδίωκε το φάντασμα. Μετά, απλώθηκε σιωπή. Τη σιωπή διέκοψε η μικρή Ζιρί που, ενόσο η Σορέλι, πολύ συγκινημένη, γυάλιζε τα νύχια της, είπε με μισοσβησμένη φωνή:

«Ο Ζοζέφ Μπικέ καλά θα 'κανε να σταματήσει μ' αυτές τις ιστορίες» «Γιατί;» τη ρώτησαν.

«Αυτή είναι η γνώμη της μαμάς», απάντησε η Μεγκ με φωνή που αυτή τη φορά μόλις ακουγόταν λες και φοβόταν μήπως την ακούσει κανείς· κάποιος που δε βρισκόταν εκεί.

«Και γιατί η μαμά σου έχει αυτή τη γνώμη;»

«Σσστ! Η μαμά λέει πως στο φάντασμα δεν αρέσει να το ενοχλούν!»

«Και γιατί το λέει αυτό η μαμά σου;»

«Γιατί… γιατί… τίποτα…»

Αυτή η γεμάτη υπονοούμενα σιωπή της μικρής Ζιρί ερέθισε τρομερά την περιέργεια των δεσποινίδων του μπαλέτου που στριμώχνονταν γύρω απ' τη Ζιρί ικετεύοντας την να τους δώσει εξηγήσεις. Ήταν όλες εκεί, η μια δίπλα στην άλλη, έχοντας όλες τους την ίδια παρακλητική και φοβισμένη στάση. Μετέδιδαν η μια στην άλλη το φόβο τους, πράγμα που τις ευχαριστούσε αφάνταστα κι έκανε το αίμα τους να παγώνει.

«Ορκίστηκα να μην πω τίποτα!» είπε ξανά η μικρή Μεγκ.

Όμως οι άλλες επέμεναν και υποσχέθηκαν πως θα φυλάξουν καλά το μυστικό. Έτσι, η Μεγκ, που την έκαιγε η επιθυμία να διηγηθεί όλα όσα ήξερε, άρχισε να μιλάει, με το βλέμμα καρφωμένο στην πόρτα:

«Να… είναι εξαιτίας του θεωρείου…»

«Ποιανού θεωρείου;»

«Του θεωρείου του φαντάσματος!»

«Το φάντασμα λοιπόν, έχει δικό του θεωρείο;»

Στην ιδέα πως το φάντασμα έχει δικό του θεωρείο, οι χορεύτριες δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν την αποτρόπαια χαρά της έκπληξης τους. Άφηναν μικρούς αναστεναγμούς. Έλεγαν:

«Ω, Θεέ μου!… πες μας λοιπόν…»

«Πιο σιγά!» είπε η Μεγκ. «Πρόκειται για το πρώτο θεωρείο, No 5, ξέρετε το μικρό θεωρείο στ' αριστερά της σκηνής».

«Δεν είναι δυνατόν!»

«Και όμως… είναι έτσι όπως σας το λέω… Η μαμά μου είναι ταξιθέτρια εκεί… αυτή το ανοίγει… Μα, μου ορκίζεστε πως δε θα πείτε τίποτα σε κανέναν;»

«Μα ναι! άντε… συνέχισε!…»

«Καλά λοιπόν, αυτό είναι το θεωρείο του φαντάσματος… Εδώ κι ένα μήνα περίπου κανείς δεν έχει πατήσει το πόδι του σ' αυτό, εκτός απ' το φάντασμα φυσικά, και δόθηκε εντολή στη διαχείριση να μην το ξανανοικιάσουν ποτέ…»

«Μα, είναι αλήθεια πως το φάντασμα πάει εκεί;»

«Και βέβαια…»

«Υπάρχει λοιπόν κάποιος που πάει;»

«Όχι, όχι!… Το φάντασμα πάει και δεν υπάρχει κανένας».

Οι μικρές χορεύτριες κοιτάχτηκαν. Αν το φάντασμα πήγαινε στο θεωρείο θα 'πρεπε να το έβλεπαν, με τη μαύρη φορεσιά και τη νεκροκεφαλή του. Το 'παν στη Μεγκ κι αυτή τους απάντησε:

«Ακριβώς όπως σας είπα! Το φάντασμα δε φαίνεται. Δεν έχει ούτε ρούχα ούτε κεφάλι!… Όλα όσα έχουν πει για νεκροκεφαλές και πύρινες κεφαλές είναι ανοησίες! Δεν υπάρχει τίποτα απ' όλ' αυτά… Όταν βρίσκεται στο θεωρείο του το φάντασμα μόνο ακούγεται. Η μαμά δεν το 'χει δει ποτέ, το 'χει όμως ακούσει. Η μαμά το γνωρίζει καλά μιας κι αυτή του δίνει το πρόγραμμα!»

Σ' αυτό το σημείο η Σορέλι θεώρησε καλό να επέμβει:

«Μικρή Ζιρί, νομίζω πως μας κοροϊδεύεις».

Τότε η μικρή Ζιρί έβαλε τα κλάματα…

«Το 'ξερα εγώ… έπρεπε να μην πω τίποτα… αν η μαμά μάθαινε τι έκανα! Πάντως, ο Ζοζέφ Μπικέ δεν κάνει καλά ν' ασχολείται με πράγματα που δεν τον αφορούν… Θα του βγει σε κακό… μου το 'λεγε κι η μαμά μου χτες το βράδυ…»

Εκείνη τη στιγμή, βαριά βιαστικά βήματα ακούστηκαν στο διάδρομο και μια λαχανιασμένη φωνή που φώναζε:

«Σεσίλ! Σεσίλ! Εδώ είσαι;»

«Είναι η φωνή της μαμάς!» είπε η Τζέημς; «Τι συμβαίνει;»

Άνοιξε η πόρτα. Μια αξιοπρεπής κυρία, στητή σαν γρεναδιέρος, μπήκε στο καμαρίνι και σωριάστηκε, κλαίγοντας με λυγμούς, σε μια πολυθρόνα. Από τα ξετρελαμένα μάτια της κυλούσαν δάκρυα φωτίζοντας πένθιμα το σκοτεινό της πρόσωπο.