Выбрать главу

«Θα σας πω αμέσως, μαντάμ Ζιρί. Τούτη τη στιγμή, αυτό που θέλουμε να μάθουμε είναι για ποιον λόγο… για ποιον… εξαιρετικό λόγο… έχετε τεθεί ψυχή τε και σώματι στην υπηρεσία αυτού του φαντάσματος και όχι κάποιου άλλου… Φαντάζομαι πως η αφοσίωση σας δεν οφείλεται στα δύο ή δέκα φράγκα…»

«Αυτό είναι αλήθεια!… και, μα την πίστη μου, μπορώ να σας πω το λόγο, κύριε διευθυντά! Δεν υπάρχει τίποτα το κακό ή το αναξιοπρεπές… το αντίθετο μάλιστα!»

«Δεν αμφιβάλλουμε, μαντάμ Ζιρί».

«Ε, λοιπόν, να… το φάντασμα δε θέλει να μιλάω για ό,τι το αφορά…»

«Α, χα!» χαχάνισε ο Ρισάρ.

«Όμως, αυτό που θα σας πω αφορά μόνον εμένα!…» συνέχισε η γριά… «λοιπόν, ήταν στο θεωρείο No 5… Ένα βράδυ, βρίσκω εκεί ένα γράμμα για μένα… ένα είδος σημειώματος γραμμένου με κόκκινο μελάνι… Αυτό το σημείωμα κύριε διευθυντά… δε χρειάζεται να σας το διαβάσω… το ξέρω απ' έξω… και δε θα το ξεχάσω ποτέ… ακόμη κι αν ζήσω εκατό χρόνια!…»

Η μαντάμ Ζιρί, όρθια και στητή, απαγγέλει το γράμμα με συγκινητική ευφράδεια:

«Κυρία μου.

— 1825, η δεσποινίς Μενετριέ, κορυφαία, έγινε μαρκησία του Κισί.

— 1832, η δεσποινίς Μαρί Ταλιόνι, χορεύτρια, έγινε κόμισσα Ζιλμπέρ ντε Βουαζέν.

— 1846, η Λα Σότα, χορεύτρια, παντρεύεται έναν αδελφό του βασιλιά της Ισπανίας.

— 1847, η Λόλα Μοντέζ, χορεύτρια, παντρεύεται, σε ανάρμοστο γάμο, το βασιλιά Λουί ντε Μπαβιέρ και έγινε κόμισσα του Λάντσφελντ.

— 1848, η δεσποινίς Μαρία, χορεύτρια, γίνεται βαρόνη ντ' Ερμενβίλ.

— 1870, η Τερέζ Χεσλέρ, χορεύτρια, παντρεύεται τον Δον Φερνάντο, αδελφό του βασιλιά της Πορτογαλίας…»

Ο Ρισάρ και ο Μονσαρμέν ακούνε τη γριά, που καθώς προχωρά σ' αυτήν την περίεργη απαρίθμηση αυτων των ένδοξων γάμων, εμψυχώνεται, ορθώνεται, αποθρασύνεται και τελικά, εκστασιασμένη, σαν άλλη Σίβυλλα στο τρίποδό της, εξαπολύει, με μια φωνή που πάλλεται από περηφάνεια, την τελευταία φράση αυτού του προφητικού γράμματος:

«1885, η Μεγκ Ζιρί αυτοκράτειρα!»

Εξαντλημένη απ' αυτήν την υπεράνθρωπη προσπάθεια, η ταξιθέτρια σωριάζεται στην καρέκλα της λέγοντας: «Κύριοι, το γράμμα αυτό είχε την υπογραφή: Το Φάντασμα της Όπερας! Είχα ακούσει να μιλούν για το φάντασμα, όμως δεν πίστευα ούτε τα μισά απ' όσα λέγανε. Από τη μέρα όμως που μου ανάγγειλε πως η μικρούλα μου η Μεγκ, η σάρκα από τη σάρκα μου, ο καρπός των σπλάχνων μου θα γινόταν αυτοκράτειρα, πίστεψα τα πάντα για το φάντασμα».

Στην πραγματικότητα, στην πραγματικότητα δε χρειαζόταν να κοιτάξει κανείς για πολύ την ενθουσιασμένη φυσιογνωμία της μαντάμ Ζιρί για να καταλάβει το τι μπορεί ν' αποσπάσει κανείς απ' αυτή τη «διάνοια», μ' αυτές τις δυο λέξεις:

«Φάντασμα και αυτοκράτειρα».

Μα, ποιος λοιπόν κινούσε τους σπάγγους αυτής της εκκεντρικής μαριονέτας;… Ποιος;

«Δεν τον έχετε δει ποτέ; Σας μιλά και σεις πιστεύετε σε ό,τι σας λέει;» ρώτησε ο Μονσαρμέν.

«Ναι. Πρώτ' απ' όλα, σ' αυτόν χρωστώ το ότι η μικρή μου Μεγκ έγινε κορυφαία. Είχα πει στο φάντασμα: «“Αν είναι να γίνει αυτοκράτειρα το 1885, τότε δεν έχετε καιρό για χάσιμο, πρέπει να γίνει κορυφαία αμέσως τώρα”. Μου απάντησε: “Εντάξει”. Μια λέξη του στον κύριο Πολινιύ άρκεσε για να τακτοποιηθούν όλα…»

«Να, λοιπόν, που ο κύριος Πολινιύ τον είδε!»

«Όχι περισσότερο από μένα… όμως τον άκουσε! Το φάντασμα του ψιθύρισε μια λέξη στ' αφτί… το ξέρετε καλά… ήταν το βράδυ που βγήκε κάτωχρος από το θεωρείο No 5».

Ο Μονσαρμέν αναστενάζει:

«Τι ιστορία!»

«Α!» απαντά η μαντάμ Ζιρί, «πάντα πίστευα πως υπήρχαν μυστικά ανάμεσα στο φάντασμα και τον κύριο Πολινιύ. Ό,τι κι αν ζητούσε το φάντασμα απ' τον κύριο Πολινιύ, ο κύριος Πολινιύ το έκανε… Ο κύριος Πολινιύ δεν αρνιόταν τίποτα στο φάντασμα».

«Τ' ακούς Ρισάρ, ο Πολινιύ δεν αρνιόταν τίποτα στο φάντασμα».

«Ναι, ναι, τ' ακούω!» δήλωσε ο Ρισάρ. «Ο κύριος Πολινιύ είναι ένας φίλος του φαντάσματος!… και όπως η κυρία Ζιρί είναι φίλη του κυρίου Πολινιύ, να 'μαστέ όλοι μπλεγμένοι για τα καλά», πρόσθεσε μ' ένα πολύ απότομο ύφος. «Όμως, εμένα αυτό που με απασχολεί δεν είναι ο κύριος Πολινιύ… Το μόνο πρόσωπο που μ' ενδιαφέρει, δεν το κρύβω πως είναι η μαντάμ Ζιρί!… Κυρία Ζιρί, ξέρετε τι υπάρχει μέσα σ' αυτόν το φάκελο;»

«Θεέ μου, όχι, δεν ξέρω!»

«Κοιτάξτε λοιπόν!»

Η κυρία Ζιρί ρίχνει μια ανήσυχη ματιά στο φάκελο, αλλά γρήγορα ξαναβρίσκει τη λάμψη της.

«Χαρτονομίσματα των χιλίων φράγκων!» αναφωνεί.

«Μάλιστα, κυρία Ζιρί! Μάλιστα, χαρτονομίσματα των χιλίων φράγκων!… και σεις το γνωρίζατε!…»

«Εγώ… εγώ κύριε διευθυντά… σας ορκίζομαι…»

«Μην ορκίζεστε, μαντάμ Ζιρί!… Και τώρα θα σας πω αυτό το άλλο που γι' αυτό άλλωστε και σας φωνάξαμε… Κυρία Ζιρί, θα ζητήσω να σας συλλάβουν».