Выбрать главу

Ο κύριος Μιφρουά σηκώθηκε και κοίταξε τον Ραούλ με προσοχή.

«Με συγχωρείτε, κύριε, μήπως θέλετε να κοροϊδέψετε τη δικαιοσύνη;»

«Εγώ;» διαμαρτυρήθηκε ο Ραούλ, που σκέφτηκε στενοχωρημένος: «Ακόμα ένας που δε θα θελήσει να μ' ακούσει».

«Ε, τότε τι είναι όλα αυτά που μου λέτε για το Φάντασμα της Όπερας;»

«Λέω, πως οι κύριοι έχουν ακούσει για το Φάντασμα».

«Κύριοι, γνωρίζετε λοιπόν το Φάντασμα της Όπερας;»

Ο Ρισάρ σηκώθηκε, κρατώντας τις τελευταίες τρίχες του μουστακιού του.

«Όχι, κύριε αστυνόμε, όχι δεν το γνωρίζουμε! Όμως, θα θέλαμε πολύ να το γνωρίσουμε γιατί, δεν έχει περάσει πολύ ώρα, που μας έκλεψε είκοσι χιλιάδες φράγκα!…»

Και ο Ρισάρ έριξε στον Μονσαρμέν ένα τρομερό βλέμμα που έλεγε:

«Δώσε μου αμέσως τα είκοσι χιλιάδες φράγκα, αλλιώς τα λέω όλα».

Ο Μονσαρμέν έλαβε το μήνυμα και με μια απελπισμένη κίνηση είπε: «Α! πες τα όλα! Πες τα όλα!…»

Όσο για τον Μιφρουά, κοιτούσε γύρω γύρω, μια τους διευθυντές, μια τον Ραούλ και αναρωτήθηκε μήπως, χωρίς να το καταλάβει, είχε βρεθεί σε κάποιο άσυλο ανιάτων. Πέρασε το χέρι του μέσα απ' τα μαλλιά του:

«Ένα φάντασμα», είπε, «που μέσα στο ίδιο βράδυ απαγάγει μια τραγουδίστρια και κλέβει είκοσι χιλιάδες φράγκα, είναι σίγουρα ένα πολυάσχολο φάντασμα! Αν συμφωνείτε, θα ήθελα να προσπαθήσουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Πρώτα η τραγουδίστρια, μετά τα είκοσι χιλιάδες φράγκα! Λοιπόν, κύριε ντε Σανιύ, ας μιλήσουμε σοβαρά. Νομίζετε πως κάποιος που ονομάζεται Ερίκ απήγαγε την Κριστίν Ντααέ. Το γνωρίζετε αυτό το άτομο; Το έχετε δει;»

«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».

«Πού;»

«Σ' ένα νεκροταφείο».

Ο κύριος Μιφρουά αναπήδησε, αλλά συνέχισε να παρατηρεί με προσοχή τον Ραούλ, και είπε:

«Φυσικά!… συνήθως στα νεκροταφεία συναντά κανείς τα φαντάσματα. Και τι κάνατε εσείς στο νεκροταφείο;»

«Κύριε», είπε ο Ραούλ, «έχω πλήρη γνώση του ανορθόδοξου χαραχτήρα των λόγων μου και της εντύπωσης που σας προκαλούν. Σας ικετεύω όμως να πιστέψετε ότι είμαι πολύ καλά στα λογικά μου. Πρόκειται για τη σωτηρία του ανθρώπου που αγαπώ περισσότερο στον κόσμο, εκτός από τον αγαπημένο μου αδελφό Φιλίπ. Θα 'θελα να μπορούσα να σας πείσω με λίγα λόγια, γιατί ο χρόνος πιέζει, γιατί το κάθε δευτερόλεπτο είναι σημαντικό. Δυστυχώς, αν σας διηγηθώ την πιο περίεργη ιστορία που έχετε ακούσει ποτέ, πολύ φοβάμαι πως δε θα με πιστέψετε, ωστόσο, κύριε αστυνόμε, θα σας πω όλα όσα ξέρω πάνω στο Φάντασμα της Όπερας και, αλίμονο, κύριε αστυνόμε, δεν ξέρω και πολλά πράγματα…»

«Δεν πειράζει, πείτε μας ό,τι ξέρετε!» φώναξαν ο Ρισάρ και ο Μονσαρμέν, που ξαφνικά, άρχισαν να ενδιαφέρονται υπερβολικά για τα λεγόμενα του Ραούλ.

Όμως, δυστυχώς, οι ελπίδες που γεννήθηκαν μέσα τους, πως θα μάθαιναν πράγματα που θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν να ανακαλύψουν τον απατεώνα, γρήγορα διαψεύτηκαν κι αναγκάστηκαν να παραδεχτούν πως ο κύριος Ραούλ ντε Σανιύ τα 'χε κυριολεκτικά χαμένα. Όλη αυτή η ιστορία του Περός Γκιρέκ με τις νεκροκεφαλές, το μαγεμένο βιολί, είναι φανερό πως δεν μπορούσε να 'χει συμβεί αλλού παρά μόνο στο ταραγμένο μυαλό ενός ερωτευμένου.

Ήταν φανερό άλλωστε, πως και ο κύριος Μιφρουά, ο αστυνόμος, είχε την ίδια γνώμη και σίγουρα θα είχε διακόψει αυτές τις ασυνάρτητες διηγήσεις του υποκόμη, τις οποίες εμείς γνωρίσαμε στο πρώτο μέρος τούτου του αφηγήματος, αν δεν είχε συμβεί κάτι που ανάγκασε τον υποκόμη να σταματήσει.

Άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα κάποιος πολύ παράξενα ντυμένος, με μια μαύρη ρεντικότα και ένα τριμμένο και γυαλιστερό ψηλό καπέλο, που του κατέβαινε μέχρι τ' αφτιά. Έτρεξε προς τον αστυνόμο και κάτι του είπε χαμηλόφωνα. Χωρίς αμφιβολία, θα ήταν κάποιος πράκτορας της αστυνομίας, που είχε έρθει να δώσει αναφορά.

Κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης ο κύριος Μιφρουά δεν άφησε λεπτό απ' τα μάτια του τον Ραούλ. Τελικά του είπε:

«Κύριε, αρκετά μιλήσαμε για το φάντασμα. Ας μιλήσουμε τώρα λίγο και για σας, αν συμφωνείτε φυσικά. Επρόκειτο να απαγάγετε σήμερα το βράδυ την Κριστίν Ντααέ;»

«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».

«Είχατε κάνει όλες τις σχετικές προετοιμασίες;»

«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».

«Το αμάξι που σας έφερε, μετά θα σας έπαιρνε και τους δυο. Ο αμαξάς είχε προειδοποιηθεί… Η διαδρομή είχε κανονιστεί από τα πριν… Κι επιπλέον, είχαν κανονιστεί και τα μέρη που θα σταματούσατε για ν' αλλάξετε άλογα…»

«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».

«Πάντως, το αμάξι σας εξακολουθεί να βρίσκεται έξω από την Όπερα, κοντά στη Ροτόντα και να περιμένει διαταγές σας, έτσι δεν είναι;»