Αυτή είναι η κατάστασις των νεοβαπτισμένων κατά το Μέγα Σάββατο, των νεοφωτίστων. Υποτίθεται βέβαια ότι οι νεοφώτιστοι από νεοφώτιστοι θα γίνουν φωτισμένοι με την περαιτέρω κατήχησι από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή. Ασφαλώς δεν φθάνει κανείς οπωσδήποτε στην νοερά προσευχή κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (δηλαδή μέσα σε πενήντα ημέρες), διότι μπορεί να χρειασθή εξήντα ή εκατό ημέρες ή έναν χρόνο, δύο χρόνια, τρία χρόνια ή μπορεί να μη φθάση ποτέ. Αυτό εξαρτάται κυρίως από τον νεοφώτιστο, από το κατά πόσον δηλαδή αγωνίζεται και μάλιστα νομίμως, καθώς και από το κατά πόσον έχει σωστή καθοδήγησι από έμπειρο πνευματικό πατέρα. Εάν δεν φθάση ποτέ, σημαίνει, κατά την Πατερική παράδοσι, ότι ο άνθρωπος αυτός έχει περιπέσει σε κάποια στασιμότητα πνευματική.
Η κάθαρσις του ανθρώπου από τα πάθη της ψυχής και του σώματος δεν γίνεται απλώς με την γνώσι. Χρειάζεται βέβαια η γνώσις του δόγματος, η γνώσις του περιεχομένου της Αγίας Γραφής, η γνώσις της προσευχής κλπ. Δηλαδή η λογική βοηθάει τον άνθρωπο να κάνη τους υπολογισμούς του, να εξακριβώση σε τι συνίσταται η θεραπεία του, ακόμη και στο να αποφασίση αν θέλη να θεραπευθή ή όχι. Έτσι ο άνθρωπος υπολογίζει και αξιολογεί τα ενδεχόμενα αποτελέσματα της αποφάσεώς του και αποφασίζει.
Όλα αυτά είναι διεργασίες της λογικής του ανθρώπου. Βέβαια το Πνεύμα το Άγιο, που ενεργεί μέσω της συνειδήσεως στην διάνοια και στην καρδιά του ανθρώπου, βοηθάει τον άνθρωπο να πάρη την σωστή κατεύθυνσι· δεν τον αναγκάζει όμως, εάν εκείνος δεν θέλη. Άπαξ όμως και αποφασίση ο άνθρωπος να ακολουθήση τον στενό και τεθλιμμένο δρόμο τον απάγοντα εις την Ζωήν, τότε αρχίζει μία παιδεία εκ μέρους του Θεού προς τον άνθρωπο.
Το πτυχίο του Πανεπιστημίου μπορεί κανείς να το πάρη με ρουσφέτια. Το πτυχίο όμως του φωτισμού δεν το παίρνει κανείς με ρουσφέτια, αλλά με την αξία του, με τον αγώνα του. Ή είσαι φωτισμένος ή δεν είσαι φωτισμένος. Ή είσαι θεούμενος ή δεν είσαι θεούμενος. Σύμφωνα όμως με την μοντέρνα Ορθόδοξη Θεολογία, όταν βαπτίζεται κανείς, λέγεται νεοφώτιστος και θεωρείται νεοφωτισμένος[85] και ναός του Αγίου Πνεύματος!
Σήμερα μάλιστα ακούμε τους παπάδες στα κηρύγματα να λένε ότι, εφ’ όσον είμαστε βαπτισμένοι, είμαστε ναοί του Αγίου Πνεύματος, και εφ’ όσον είμαστε ναοί του Αγίου Πνεύματος, όλα όσα γράφει ο Απ. Παύλος ισχύουν για όλους μας! Διαβάζοντας όμως τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό και συγκεκριμένα όσα γράφει για τα ιερά λείψανα των Αγίων της Εκκλησίας μας, αποδίδει μόνον στους Αγίους όλα αυτά τα χωρία του απ. Παύλου, περί του ποιος είναι ναός του Αγίου Πνεύματος. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός επίσης εξηγεί το γιατί οι Άγιοι ήσαν Άγιοι της Εκκλησίας. Εξηγεί ότι εκείνοι ήσαν πράγματι ναοί του Αγίου Πνεύματος και αποκαλεί μόνο τους Αγίους ναούς του Αγίου Πνεύματος. Απόδειξις είναι τα άγιά τους λείψανα. Που σημαίνει ότι, εάν είμαστε όλοι εμείς οι βαπτισμένοι ναοί του Αγίου Πνεύματος, τότε, σύμφωνα με όσα λένε οι μοντέρνοι θεολόγοι της Ορθοδοξίας, θα αφήσωμε όλοι μας άγια λείψανα και θα γίνωμε Άγιοι μετά την προς Κύριον εκδημία μας! Αλλά τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει.
Αν διαβάση κανείς τους Πατέρες προσεκτικά, βλέπει ότι υπάρχει κάποια διαφοροποίησις μεταξύ της διδασκαλίας των Πατέρων περί των Μυστηρίων της Εκκλησίας και της διδασκαλίας που εμπεριέχεται στα μοντέρνα εγχειρίδια περί των Μυστηρίων της Εκκλησίας. Αυτός είναι ο λόγος που η μοντέρνα Ορθοδοξία βρίσκεται σε κάποιο στάδιο απομακρύνσεως από την Πατερική παράδοσι και Ορθοδοξία. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται επάνοδο σ’ αυτήν.
Έχομε λοιπόν την θεωτική Χάρι, έχομε την φωτιστική Χάρι, έχομε και την καθαρτική Χάρι. Το πρώτο στάδιο της πνευματικής ζωής είναι η κάθαρσις. Και αυτό το στάδιο είναι έργο του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα είναι Εκείνο που καθαρίζει, φωτίζει και θεώνει. Ο Θεός δηλαδή είναι Εκείνος που καθαρίζει, φωτίζει και θεώνει. Η διαδικασία της καθάρσεως και του φωτισμού είναι και έργο του ιδίου του κατηχουμένου, αλλά και έργο του πνευματικού πατρός του κατηχουμένου, ο οποίος ανοίγει τα μάτια της ψυχής του κατηχουμένου και τον προετοιμάζει για το Βάπτισμα[86]. Βέβαια ο πνευματικός πατήρ οφείλει να ευρίσκεται σε κατάστασι φωτισμού, ώστε να μπορεί να εισάγη και άλλους σ’ αυτή την κατάστασι του φωτισμού και να τους οδηγή προς το Βάπτισμα και του ύδατος (δηλαδή της αφέσεως των αμαρτιών), αλλά και του Πνεύματος[87], που είναι η επίσκεψις του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά του βαπτιζομένου και η φώτισις της καρδιάς του ανθρώπου[88].
85
Άσχετα δηλαδή αν του έχη γίνει κατήχησις ή όχι, άσχετα αν έχη φωτισθή από το Άγιο Πνεύμα ή όχι, κατά μαγικόν δηλαδή τρόπον. Βλ. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Εορτοδρόμιον, τόμος Α’, έκδοσις Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1987, σ. 289: «Ο θείος Κύριλλος ο Ιεροσολύμων παρακινεί τους κατηχουμένους εις το να βαπτισθούν καθαριζόμενοι πρότερον. Επειδή κατά την αναλογία της πίστεως και της καθαρότητος δίδοται η Χάρις του Αγίου Πνεύματος. Ούτω γαρ φησί: „Καθάρισόν σου το άγγος, ίνα πλείονα δέξη την Χάριν· η μεν γαρ άφεσις αμαρτιών εξ ίσου δίδοται τοις πάσιν, η δε του Πνεύματος του Αγίου κοινωνία κατά αναλογίαν δεδώρηται της εκάστου πίστεως. Εάν ολίγα προσφέρης, ολίγα λαμβάνεις· εάν δε εργάση πολλά, πολύς ο μισθός“ (Κατηχήσεις α’)».
86
Βλ. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Εορτοδρόμιον, ένθ’ ανωτ., σ. 250: «Σημειούμεν ενταύθα ότι τέσσαρα τινά ακολουθούσι, κατά σειράν: α) Ακοή κατηχήσεως, η και της πίστεως προηγουμένη. „Η γαρ πίστις, φησίν ο Παύλος, εξ ακοής“, β) Πίστις εγκάρδιος (δηλαδή ενδιάθετος), γ) Ομολογία δια στόματος· „καρδία μεν πιστεύεται εις δικαιοσύνην, στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν“, λέγει ο Παύλος, και, δ) Ακολουθεί το Βάπτισμα, σφραγίζον την πίστιν και την ομολογίαν. Όθεν είπεν ο Μέγας Βασίλειος (κεφάλαιον ιβ’ προς Αμφιλόχιον): „Πίστις και Βάπτισμα δύο τρόποι της σωτηρίας συμφυείς αλλήλοις και αδιαίρετοι· πίστις μεν γαρ τελειούται δια Βαπτίσματος· Βάπτισμα δε θεμελιούται δια της πίστεως· και δια των αυτών ονομάτων εκάτερα πληρούται· ως γαρ πιστεύομεν εις Πατέρα και Υιόν και Άγιον Πνεύμα, ούτω και βαπτιζόμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Και προάγει μεν ομολογία προς σωτηρίαν εισάγουσα· επακολουθεί δε το Βάπτισμα επισφραγίζον ημών την συγκατάθεσιν“».
87
Βλ. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Εορτοδρόμιον, ένθ’ ανωτ., σ. 255: «… Πρώτον καθαρίζει ο Κύριος, και δεύτερον φωτίζει… Ώστε, όποιος αγαπά να φωτισθή εκ Θεού, πρώτον πρέπει να καθαρισθή από τα πάθη δια των θεουργών εντολών: „Ου γαρ κάθαρσις, εκεί έλλαμψις“ (λέγει ο Θεολόγος Γρηγόριος — Λόγος εις τα Φώτα· άνευ γαρ του πρώτου, το δεύτερον ου δίδοται. Ει δε προ του να καθαρισθή τινάς ζητεί να φωτισθή, μάτην και ανωφελώς κοπιάζει...»
88
Προκειμένου όχι περί νηπίων, αλλά περί ενηλίκων οι οποίοι είχαν βαπτισθή όταν ήσαν νήπιοι, μετά όμως αμάρτησαν και μετανοούν, ο φωτισμένος πνευματικός πατήρ τους οδηγεί προς το δεύτερο βάπτισμα, των δακρύων της μετανοίας, και ακολούθως προς το τρίτο βάπτισμα, το βάπτισμα του Πνεύματος, που ακολουθεί το βάπτισμα των δακρύων, εφ’ όσον υπάρχουν οι πνευματικές προϋποθέσεις εκ μέρους του μετανοούντος. Το βάπτισμα του Πνεύματος εισάγει τον κεκαθαρμένο πλέον άνθρωπο στην κατάστασι του φωτισμού, στην οποία ο άνθρωπος δέχεται το δώρο της αδιαλείπτου καρδιακής προσευχής, οπότε ο άνθρωπος γίνεται κατά κυριολεξίαν, ναός του Αγίου Πνεύματος.