Выбрать главу

Μου φαίνεται πως ήρθε η στιγμή να ζητήσω απ' τον Πέρση να μου πει με ποιο κόλπο το Φάντασμα εξαφάνιζε τα είκοσι χιλιάδες φράγκα από την τσέπη του Ρισάρ, παρόλο που υπήρχε η παραμάνα. Μου απάντησε πως δεν είχε εμβαθύνει σ' αυτήν τη λεπτομέρεια αλλά πως αν ήθελα να εξετάσω ο ίδιος τους χώρους, θα εύρισκα σίγουρα το κλειδί του αινίγματος μέσα στο γραφείο των διευθυντών. Έπρεπε να 'χω κατά νου πως δεν ήταν χωρίς λόγο που ο Ερίκ είχε ονομαστεί «λάτρης των καταπακτών». Υποσχέθηκα στον Πέρση να πάω να δω, μόλις μπορέσω. Λέω αμέσως στον αναγνώστη πως το αποτέλεσμα των ερευνών μας ήταν απόλυτα ικανοποιητικό. Στην πραγματικότητα, δεν πίστευα πως θα εύρισκα τόσες ατράνταχτες αποδείξεις για την αυθεντικότητα των φαινομένων που αποδίδονταν στο Φάντασμα.

Καλό είναι να ξέρετε πως τα χαρτιά του Πέρση, τα χαρτιά της Κριστίν Ντααέ, οι πληροφορίες που μου έδωσαν οι παλιοί συνεργάτες των κυρίων Ρισάρ και Μονσαρμέν, η ίδια η μικρή Μεγκ (αυτή η υπέροχη μαντάμ Ζιρί — αλίμονο! — δε ζούσε πια) και η Σορέλι, που τώρα έχει αποτραβηχτεί στη Λουβεσιέν, καλό είναι, επαναλαμβάνω, να ξέρετε πως όλ' αυτά, που αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη του Φαντάσματος, στοιχεία τα οποία και θα καταθέσω στα αρχεία της Όπερας, συμπληρώθηκαν και επιβεβαιώθηκαν από πολλές σημαντικές ανακαλύψεις για τις οποίες είμαι υπερήφανος.

Μπορεί να μην ανακάλυψα την κατοικία της Λίμνης — ο Ερίκ θα πρέπει να έχτισε όλα τα μυστικά περάσματα, όλες τις μυστικές εισόδους. (Ωστόσο, πιστεύω πως θα το ανακαλύπταμε αν αποξηραίναμε τη λίμνη, πράγμα που πολλές φορές ζήτησα από τη διεύθυνση των Καλών Τεχνών[14] — ανακάλυψα όμως τον κρυφό διάδρομο των κομμουνάρων που σε μερικά σημεία είναι εντελώς καταστραμμένος. Επίσης, ανακάλυψα την καταπακτή απ' όπου ο Πέρσης και ο Ραούλ κατέβηκαν στα υπόγεια του θεάτρου. Στην κρυψώνα των κομμουνάρων ανακάλυψα πολλά αρχικά που είχαν χαράξει στους τοίχους αυτοί οι δυστυχισμένοι· ανάμεσά τους βρήκα και τα αρχικά Ρ και Σ. Αυτό δε σημαίνει κάτι; Ραούλ ντε Σανιύ! Τα γράμματα, ακόμη και σήμερα, διαβάζονται εύκολα. Φυσικά δεν αρκέστηκα σ' αυτό. Στο πρώτο και στο τρίτο υπόγειο ανακάλυψα δυο καταπακτές με περιστροφικό σύστημα, σύστημα εντελώς άγνωστο στους τεχνικούς της Όπερας, οι οποίοι δε χρησιμοποιούσαν παρά μόνο καταπακτές οριζόντιας ολίσθησης.

Τέλος, έχοντας πλήρη συνείδηση των λόγων μου, μπορώ να πω στον αναγνώστη:

«Επισκεφθείτε μια μέρα την Όπερα, ζητείστε να σας αφήσουν να την επισκεφθείτε ήσυχα, δίχως κάποιον ηλίθιο τσιτσερόνε, μπείτε στο θεωρείο No 5 και χτυπήστε την πελώρια κολόνα που χωρίζει αυτό το θεωρείο από το προσκήνιο. Χτυπήστε με το μπαστούνι σας ή με το χέρι σας κι αφουγκραστείτε· μέχρι το ύψος του κεφαλιού σας η κολόνα ακούγεται κούφια! Μετά απ' αυτό δε θα πρέπει να σας παραξενεύει το ότι κατοικήθηκε από τη φωνή του Φαντάσματος. Μέσα σ' αυτήν την κολόνα υπάρχει χώρος για δυο άτομα! Αν αναρωτηθείτε, πώς και κανείς δε σκέφτηκε την κολόνα, μην ξεχνάτε πως η κολόνα δίνει την εντύπωση ότι είναι συμπαγής και πως η φωνή ακουγόταν από την απέναντι μεριά. (Ξέρουμε πως το φάντασμα, που ήταν εγγαστρίμυθο, μπορούσε να κάνει τη φωνή του ν' ακούγεται απ' όπου ήθελε). Η κολόνα είναι καλοδουλεμένη, έχει πάνω πολλά διακοσμητικά μοτίβα. Δε θα ξαφνιαστώ καθόλου αν μια μέρα μάθω πως κάποιο κομμάτι απ' τ' ανάγλυφα άνοιγε κάποιο πέρασμα· έτσι θα εξηγηθεί και η αλληλογραφία του φαντάσματος με τη μαντάμ Ζιρί, καθώς και οι αβροφροσύνες του. Βέβαια, όλ' αυτά που είδα, άκουσα, αισθάνθηκα κι έπιασα δεν είναι τίποτα μπρος σ' αυτό που στην πραγματικότητα ένα πελώριο, μυθικό πλάσμα όπως ο Ερίκ, θα πρέπει να 'χει δημιουργήσει μέσα στο μυστήριο ενός χώρου σαν κι αυτόν της Όπερας… Παρ' όλ' αυτά, με τίποτα δε θα άλλαζα την ανακάλυψη που έκανα μέσα στο ίδιο το γραφείο του διευθυντή, μερικά εκατοστά από την πολυθρόνα: μια καταπακτή που ξανακλείνει όπως κλείνει ένα κουτί, μια καταπακτή απ' όπου βλέπω να ξεπροβάλλει ένα χέρι που με επιδεξιότητα «δουλεύει» στην τσέπη ενός σακακιού από φράκο…

Από κει λοιπόν εξαφανίστηκαν τα σαράντα χιλιάδες φράγκα!… Κι από κει, με κάποιο άλλο κόλπο, επέστρεψαν ξανά…

Όταν μίλησα, με μεγάλη συγκίνηση όπως μπορείτε να φανταστείτε, γι' αυτήν μου την ανακάλυψη στον Πέρση, του είπα:

«Ώστε λοιπόν, ο Ερίκ τα 'κανε όλ' αυτά για να διασκεδάσει;…»

Ο Πέρσης μου απάντησε:

«Μην πιστεύετε καθόλου κάτι τέτοιο!… Ο Ερίκ είχε ανάγκη από χρήματα, τοποθετώντας τον εαυτό του έξω από την ανθρωπότητα, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό και χρησιμοποιούσε αυτά τα εξαιρετικά χαρίσματα, της επιδεξιότητας και της φαντασίας, με τα οποία τον είχε προικίσει η φύση (λες για να τον αποζημιώσει για τη φριχτή του ασχήμια) για να εκμεταλλεύεται τα μέλη της ανθρωπότητας και συχνά μ' έναν υπέροχο τρόπο, γιατί μην ξεχνάτε ότι πολλές φορές είχε ανταμειφθεί με το βάρος του σε χρυσό. Αν αποφάσισε να επιστρέψει τα σαράντα χιλιάδες φράγκα, το 'κανε γιατί τότε δεν τα είχε πια ανάγκη! Είχε πια παραιτηθεί από την ιδέα να παντρευτεί την Κριστίν Ντααέ. Είχε πια απαρνηθεί την ευτυχία και όλα τα εγκόσμια. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Πέρση, ο Ερίκ καταγόταν από μια μικρή πόλη κοντά στη Ρουέν. Ήταν γιος ενός εργολάβου οικοδομών. Είχε φύγει νωρίς από το πατρικό σπίτι, όπου η ασχήμια του προκαλούσε φόβο και φρίκη στους δικούς του. Για κάμποσο καιρό επιδεικνυόταν στα πανηγύρια, όπου ο ιμπρεσάριός του τον παρουσίαζε ως «νεκροζώντανο». Θα πρέπει να 'χε διασχίσει μ' αυτόν τον τρόπο, από πανηγύρι σε πανηγύρι όλη την Ευρώπη, και θα πρέπει να τελειοποίησε την ιδιόμορφη καλλιτεχνική του εκπαίδευση, καθώς και την εκπαίδευσή του στα μαγικά κόλπα, στην ίδια την κοιτίδα της τέχνης και της μαγείας, στους Τσιγγάνους. Μιαν ολόκληρη περίοδο της ζωής του Ερίκ τη σκεπάζει το σκοτάδι. Τον ξαναβρίσκουμε στο πανηγύρι του Νίζνι-Νόβγκοροντ, όπου εμφανιζόταν σε όλο το αποτρόπαιο μεγαλείο του. Ήδη τραγουδούσε όπως κανείς άλλος στον κόσμο δεν έχει τραγουδήσει ποτέ. Έκανε τον εγγαστρίμυθο και επιδιδόταν σε καταπληκτικές ταχυδακτυλουργίες, που γι' αυτές, τα καραβάνια δεν έπαυαν να μιλάνε ακόμη και μετά το γυρισμό τους στην Ασία. Έτσι, η φήμη του έφτασε στα τείχη του ανάκτορου του Μαζεντεράν, όπου η μικρή σουλτάνα, η αγαπημένη του σα-εν-σαχ, έπληττε. Κάποιος έμπορος γουναρικών, που μόλις είχε γυρίσει στη Σαμαρκάνδη από το Νίζνι-Νόβγκοροντ, διηγήθηκε τα θαύματα που είχε δει κάτω από τη σκηνή του Ερίκ. Κάλεσαν τον έμπορο στο παλάτι, όπου τον ανάκρινε ο νταρόγκα του Μαζεντεράν. Μετά απ' αυτό, ανατέθηκε στον νταρόγκα να βρει και να φέρει τον Ερίκ στο παλάτι. Έτσι ήρθε ο Ερίκ στην Περσία. Εδώ πέρασε πολύ καλά και πολύ κακά. Διέπραξε ουκ ολίγες φρικαλεότητες, γιατί φαίνεται πως δεν είχε αίσθηση ούτε του καλού ούτε του κακού, και συνεργάστηκε σε μερικές πολιτικές δολοφονίες, το ίδιο αδιάφορα όπως είχε καταφέρει να νικήσει, με κάποιες διαβολικές εφευρέσεις τον εμίρη του Αφγανιστάν, που τότε βρισκόταν σε πόλεμο με την αυτοκρατορία. Ο σα-εν-σαχ τον έκανε φίλο του. Εδώ τοποθετούνται Οι Ρόδινες Ώρες του Μαζεντεράν, για τις οποίες πήραμε μια ιδέα από την αφήγηση του Πέρση. Καθώς ο Ερίκ είχε μια εντελώς προσωπική αντίληψη για την αρχιτεκτονική και ένα παλάτι το αντιλαμβανόταν περισσότερο όπως ένας ταχυδακτυλουργός το μαγικό του μπαούλο, ο σα-εν-σαχ του παράγγειλε μια τέτοια κατασκευή που ο Ερίκ πραγματοποίησε με μεγάλη επιτυχία. Αυτή η κατασκευή ήταν τόσο μεγαλοφυής που η Μεγαλειότητά Του μπορούσε να περιφέρεται παντού χωρίς να τον βλέπει κανείς και μπορούσε να εξαφανιστεί ανά πάσα στιγμή χωρίς κανείς να μπορεί να καταλάβει πώς. Όταν ο σα-εν-σαχ απόχτησε αυτό το διαμάντι, διέταξε, όπως κάποτε είχε κάνει κάποιος Τσάρος για έναν ιδιοφυή αρχιτέκτονα μιας εκκλησίας στην Κόκκινη πλατεία της Μόσχας, να βγάλουν τα χρυσαφένια μάτια του Ερίκ. Όμως, μετά σκέφτηκε πως ο Ερίκ ακόμη και τυφλός θα μπορούσε να χτίσει ένα παρόμοιο παλάτι για κάποιον άλλο άρχοντα. Τελικά, όσο ο Ερίκ ήταν ζωντανός, αυτό σήμαινε πως υπήρχε κάποιος που ήξερε τα μυστικά του παλατιού. Έτσι, αποφασίστηκε ο θάνατος του Ερίκ, καθώς και όλων των εργατών που δούλεψαν κάτω από τις διαταγές του. Ο νταρόγκα του Μαζεντεράν ανάλαβε την εκτέλεση αυτής της φριχτής διαταγής. Ο Ερίκ, κάποτε τον είχε βοηθήσει, τον είχε κάνει να γελάσει. Τον έσωσε λοιπόν, και του έδωσε τα μέσα να φύγει. Όμως, λίγο έλειψε να πληρώσει με το κεφάλι του αυτή του τη γενναιοδωρία. Ευτυχώς για τον νταρόγκα, στις όχθες της Κασπίας Θάλασας βρέθηκε ένα μισοφαγωμένο απ' τα θαλασσοπούλια πτώμα, που θεωρήθηκε πως ήταν το πτώμα του Ερίκ. Σ' αυτό βοήθησαν οι φίλοι του νταρόγκα, που είχαν φροντίσει να ντύσουν το πτώμα με ρούχα του Ερίκ. Ο νταρόγκα, τιμωρήθηκε με κατάσχεση της περιουσίας του και με εξορία. Ωστόσο, επειδή ο νταρόγκα ήταν από βασιλική οικογένεια, το περσικό κράτος εξακολουθούσε να του δίνει κάποιο μικρό ποσό, μερικών εκατοντάδων φράγκων, κάθε μήνα. Έτσι ο νταρόγκα ήρθε πρόσφυγας στο Παρίσι.

вернуться

14

Σαρανταοκτώ ώρες πριν την έκδοση του έργου τούτου συζητούσα με τον κ. Ντιζαρντέ-Μπομέτς, το συμπαθητικό δεύτερο γραμματέα του Κράτους στη σχολή Καλών Τεχνών, που μ' άφησε να ελπίζω· του έλεγα ότι το Κράτος ωφείλει να θέσει ένα τέλος στο θρύλο του Φαντάσματος αποκαθιστώντας, την περίεργη ιστορία του Ερίκ. Για κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, και θα αποτελέσει την επισφράγιση των προσωπικών μου προσπαθειών, να ανακαλυφτεί η κατοικία της Λίμνης, στην οποία ίσως βρίσκονται ακόμα μουσικοί θησαυροί. Δεν αμφιβάλλουμε πλέον ότι ο Ερίκ ήταν ένας καλλιτέχνης ασυναγώνιστος. Ποιος μας λέει ότι δε θα βρούμε στην κατοικία της Λίμνης την περίφημη παρτιτούρα του Θριαμβεύοντα Δον Ζουάν του;